Οι παρακάτω πληροφορίες αφορούν κυρίως το περιεχόμενο του φυλλαδίου “Raising Bilingual Children” (Μεγαλώνοντας δίγλωσσα παιδιά), που γράφτηκε από την Antonella Sorace και τον Bob Ladd τον Μάιο του 2004, εκδόθηκε από την “The Linguistic Society of America” (https://www.lsadc.org, lsa@lsadc.org) και παρέχεται ολόκληρο στον ιστότοπο της υπηρεσίας Bilingualism Matters με την άδεια του εκδοτικού οίκου.

Sorace, A. and Ladd, D.R. 2004. Raising bilingual children. Series: Frequently Asked Questions, Linguistic Society of America.

Γιατί θέλουμε δίγλωσσα παιδιά;

Υπάρχουν πολλοί λόγοι που μας οδηγούν σε μια τέτοια απόφαση. Παρακάτω παρουσιάζουμε μόνο δύο λόγους που είναι οι πιο συνηθισμένοι:

  • Οι γονείς μιλούν δύο διαφορετικές γλώσσες (π.χ. η μητέρα μιλάει ρωσικά και ο πατέρας ελληνικά)
  • Οι γονείς μιλούν την ίδια γλώσσα, αλλά ζουν σε χώρα όπου ομιλείται άλλη γλώσσα (για παράδειγμα, όπως με γονείς που είναι Αλβανοί, Κινέζοι ή κάποιας άλλης εθνικότητας και ζουν στην Ελλάδα).
Στην πρώτη περίπτωση έχουμε αυτό που ονομάζουμε δίγλωσση οικογένεια: τόσο η μητέρα όσο και ο πατέρας μπορεί να επιθυμούν να χρησιμοποιούν τη δική τους γλώσσα ο καθένας ξεχωριστά όταν απευθύνονται στα παιδιά τους. Στη δεύτερη περίπτωση, οι γονείς μπορεί να επιθυμούν να χρησιμοποιούν τη δική τους γλώσσα στο σπίτι, ενώ ταυτόχρονα τα παιδιά τους αντιμετωπίζουν την ανάγκη επικοινωνίας σε μια ξενόγλωσση κοινωνία, εκτός σπιτιού. Αυτή η περίπτωση είναι αυτό που στη βιβλιογραφία αποκαλούμε δίγλωσσία: "μία γλώσσα-ένα περιβάλλον".

Τα παιδιά δεν μπερδεύονται όταν ακούνε δύο διαφορετικές γλώσσες στο άμεσο περιβάλλον τους;

Η απάντηση είναι όχι. Τα παιδιά είναι ευαίσθητα στους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους μιλούν οι άνθρωποι. Ακόμη και όταν ακούνε μόνο μία γλώσσα, μαθαίνουν γρήγορα να εντοπίζουν τις διαφορές στον τρόπο που μιλούν οι άνδρες και οι γυναίκες, τη διαφορά μεταξύ ευγένειας και αγένειας κ.λπ. Για τα παιδιά, η διγλωσσία είναι απλώς μια ακόμη διαφοροποίηση στον τρόπο με τον οποίο μιλούν οι άνθρωποι!

Πριν από πενήντα χρόνια, οι δάσκαλοι (κυρίως στη Βόρεια Αμερική) ενθάρρυναν τους μετανάστες γονείς να μιλούν στα παιδιά τους στα αγγλικά, προκειμένου να τα βοηθήσουν να ενταχθούν καλύτερα στο σχολείο. Μάλιστα, ορισμένα ερευνητικά ευρήματα της εποχής εκείνης οδηγούσαν συχνά σε αντικρουόμενα αποτελέσματα καθώς και στην πεποίθηση ότι η διγλωσσία είναι βάρος για τα παιδιά. Ωστόσο, πρόσφατες έρευνες επιβεβαιώνουν ότι οι προηγούμενες προτάσεις δεν ισχύουν και ότι η διγλωσσία όχι μόνο διευκολύνει τα παιδιά αλλά τους εξασφαλίζει και πολλά πλεονεκτήματα. Εκτός από το γεγονός ότι τα δίγλωσσα παιδιά γνωρίζουν και μιλούν περισσότερες από μία γλώσσες, είναι επίσης ευέλικτα στη σκέψη τους και διαθέτουν πολλαπλές άλλες δεξιότητες. Τα μειονεκτήματα που εντοπίστηκαν τα τελευταία χρόνια συνδέονται κυρίως με οικονομικούς παράγοντες και σχετίζονται με τις κοινωνικές συνθήκες διαβίωσης των μη προνομιούχων ομάδων μεταναστών.

Είναι αλήθεια ότι μερικές φορές η διγλωσσία μπορεί να προκαλέσει κάποια καθυστέρηση στη γλωσσική ανάπτυξη των παιδιών, σε αντίθεση με τη μονόγλωσση. Αυτό όμως είναι απολύτως φυσιολογικό, απλώς χρειάζονται λίγο περισσότερο χρόνο, αφού επεξεργάζονται και αναπτύσσουν δύο γλώσσες αντί για μία.

Τα δίγλωσσα παιδιά δεν ανακατεύουν ποτέ τις δύο γλώσσες τους όταν μιλάνε;

Τα δίγλωσσα παιδιά, όπως και οι δίγλωσσοι ενήλικες, χρησιμοποιούν συχνά λέξεις από διαφορετικές γλώσσες στην ίδια συζήτηση ή ακόμη και στην ίδια πρόταση. Αυτό ονομάζεται εναλλαγή κώδικα (code-switsching). Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι μπερδεύονται ως προς το ποια γλώσσα χρησιμοποιούν συνειδητά εκείνη τη στιγμή! Παρ' όλα αυτά, τα δίγλωσσα παιδιά είναι ιδιαίτερα προσεκτικά όταν απευθύνονται σε μονόγλωσσους και χρησιμοποιούν μόνο τη μία γλώσσα που καταλαβαίνει ο άλλος ομιλητής.

Πώς μπορούμε να αρχίσουμε να διδάσκουμε στα παιδιά μας δύο γλώσσες;

Ως γονείς, το πιο σημαντικό πράγμα που πρέπει να θυμόμαστε είναι ότι ΔΕΝ διδάσκουμε στα παιδιά μας τη γλώσσα, με τον ίδιο τρόπο που δεν τους "μαθαίνουμε" πώς να περπατούν ή να μιλούν. Τα σημαντικότερα εφόδια που μπορούμε να τους παρέχουμε, για τη γλωσσική τους ανάπτυξη, είναι μια πληθώρα ευκαιριών για έκθεση στο λόγο και ενίσχυση της ανάγκης τους για επικοινωνία. Αν τα παιδιά εκτίθενται σε διάφορες καταστάσεις επικοινωνίας με πολλούς ανθρώπους από τη στιγμή που γεννιούνται και αν νιώθουν την ανάγκη να χρησιμοποιούν την ομιλία (γλώσσα) για να αλληλεπιδρούν με τον κόσμο, θα μάθουν καλά και τις δύο γλώσσες.

Τα παιδιά μαθαίνουν πραγματικά δύο γλώσσες απλώς μέσω της έκθεσης σε αυτές, ακούγοντάς τες από τη γέννησή τους, χωρίς καμία άλλη πρόσθετη προσπάθεια;

Πολλοί ειδικοί προωθούν το μοντέλο "ένας γονέας - μια γλώσσα". Αυτό σημαίνει ότι η μητέρα μιλάει μόνο στη γλώσσα της και ο πατέρας μόνο στη γλώσσα του. Αυτό μπορεί να είναι μια καλή αρχή για τη δίγλωσση οικογένεια. Δεν είναι όμως η μόνη δυνατότητα, αφού υπάρχουν και άλλες εναλλακτικές λύσεις ανατροφής. Ωστόσο, ακόμη και το μοντέλο "ένας γονέας - μία γλώσσα" δεν είναι τέλειο...

Υπάρχουν προβλήματα με τη μέθοδο “ένας γονέας - μια γλώσσα;”

Ένα πιθανό πρόβλημα που μπορεί να προκληθεί είναι η μη ισορροπημένη έκθεση στις δύο γλώσσες. Τα παιδιά πρέπει να ακούνε τις δύο γλώσσες τους στην ίδια ποσότητα και σε διαφορετικές περιστάσεις. Επομένως, αν ακούνε τη λιγότερο ομιλούμενη γλώσσα μόνο από τους γονείς τους, δεν εκτίθενται αρκετά σε αυτή τη γλώσσα ώστε να την αναπτύξουν με φυσικό τρόπο. Στην πραγματικότητα, όταν η μία από τις δύο γλώσσες θεωρείται και από τους δύο γονείς ως η "σημαντική γλώσσα", και τα παιδιά αρχίζουν να την αναθεωρούν και σταματούν να χρησιμοποιούν τη "λιγότερο σημαντική" γλώσσα.

Για να αποφευχθούν τέτοιου είδους περιστατικά, είναι απαραίτητο να βρεθούν περισσότερες ευκαιρίες για έκθεση στη "λιγότερο σημαντική" γλώσσα και να δημιουργηθούν τέτοιες συνθήκες που να ενισχύουν την αναγκαιότητα της χρήσης της. Οι μονόγλωσσοι παππούδες και γιαγιάδες είναι κυρίως αυτοί που μπορούν να σας βοηθήσουν! Μια άλλη καλή ιδέα θα ήταν να αναθέσετε τη φύλαξη του παιδιού σε κάποιο συγγενικό σας άτομο ή σε μια μπέιμπι σίτερ που μιλάει μόνο την "άλλη" γλώσσα. Άλλωστε, είναι μια καλή ευκαιρία για εσάς να έχετε παιχνίδια, ταινίες, τραγούδια και παραμύθια στην άλλη γλώσσα. Όλα αυτά μπορούν να οδηγήσουν στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Το πιο σημαντικό όμως είναι τα μέσα που εστιάζουν στην αλληλεπίδραση μεταξύ του παιδιού και του "άλλου", στην ανταλλαγή απόψεων, στον διάλογο με τους άλλους ανθρώπους. Το να αφήνετε τα παιδιά μπροστά σε μια τηλεόραση που μιλάει δεν είναι η λύση!

Ένα άλλο πρόβλημα είναι η διατήρηση της και των δύο γλωσσών σε υψηλά επίπεδα. Αν τα παιδιά νιώσουν ότι τα πιέζουμε να κάνουν κάτι διαφορετικό από το συνηθισμένο ή το απολύτως φυσιολογικό, το πιθανότερο είναι ότι θα αντιδράσουν άσχημα. Για παράδειγμα, είναι μάλλον κακή ιδέα να επιβάλλουμε προφανείς κανόνες, όπως "τη Δευτέρα, την Τετάρτη και την Παρασκευή μιλάμε μόνο στα αλβανικά", γιατί αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αρνητική αντίδραση.

Ένα άλλο πρόβλημα είναι ο αποκλεισμός ή η απομόνωση. Αν για παράδειγμα ο ένας από τους γονείς δεν μιλάει καθόλου τη γλώσσα του άλλου γονέα (π.χ. όταν ο Έλληνας πατέρας δεν μιλάει καθόλου τη γλώσσα της Ουκρανής μητέρας), τα παιδιά αντιλαμβάνονται ότι όταν μιλούν με τη μητέρα τους στα ουκρανικά απομονώνονται και αποκλείουν τον πατέρα τους από τη συζήτηση. Αυτό μπορεί να κάνει κάποια παιδιά να μη θέλουν να μιλούν στη γλώσσα του ενός γονέα όταν είναι παρών ο άλλος γονέας. Για τον λόγο αυτό, αν θέλουμε πραγματικά να επιτύχουμε το μοντέλο "ένας γονέας - μία γλώσσα", θα πρέπει και οι δύο γονείς να γνωρίζουν ο ένας τη γλώσσα του άλλου, τουλάχιστον σε βασικό επίπεδο, ώστε τα παιδιά να αισθάνονται εξίσου άνετα να χρησιμοποιούν οποιαδήποτε από τις γλώσσες, χωρίς να αισθάνονται ότι απορρίπτουν έναν από τους γονείς τους.

Τι συμβαίνει όταν μια οικογένεια αποκτά και άλλο παιδί;

Η γέννηση ενός νέου παιδιού μπορεί να διαταράξει την ισορροπία των γλωσσών στο δίγλωσσο σπίτι. Το δεύτερο παιδί είναι συχνά λιγότερο ισορροπημένο από το πρώτο ως προς τη διγλωσσία. Αυτό συμβαίνει επειδή, όπως έχει παρατηρηθεί, το μεγαλύτερο παιδί απευθύνεται στο μικρότερο με τη χρήση της πιο "σημαντικής" (κυρίαρχης) γλώσσας: επομένως, αυξάνεται η έκθεση του μικρότερου παιδιού σε μία από τις γλώσσες, ενώ ταυτόχρονα μειώνεται η αίσθηση της ανάγκης για χρήση της "άλλης" γλώσσας προκειμένου να επιτευχθεί η επικοινωνία. Είναι σημαντικό να αποφασίσετε τι θέλετε να κάνετε σε αυτή την περίπτωση, ακόμη και πριν γεννηθεί το νέο παιδί. Βρείτε μια στρατηγική που να ταιριάζει στην περίπτωσή σας! Επιπλέον, θα άξιζε τον κόπο να προσπαθήσετε να "διδάξετε", να καθοδηγήσετε το μεγαλύτερο παιδί ή τα μεγαλύτερα παιδιά της οικογένειας, ώστε να μιλούν στο νέο μέλος της οικογένειας στη "λιγότερο σημαντική" γλώσσα.

Τα παιδιά μου μιλούσαν πολύ καλά τις δύο γλώσσες που μιλάμε στο σπίτι, αλλά από τότε που ξεκίνησαν το σχολείο τα πράγματα έχουν αλλάξει. Τι μπορώ να κάνω;

Ηρεμήστε! Η ταυτόχρονη χρήση (ή αλλιώς η "ανάμειξη") των δύο γλωσσών συμβαίνει παντού όπου χρησιμοποιούνται δύο γλώσσες. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα παιδιά θα ξεχάσουν μία από τις γλώσσες, ούτε ότι δεν θα είναι σε θέση να διακρίνουν τις γλώσσες. Αντίθετα, αν τα πιέσετε να μην χρησιμοποιούν μόνο τη γλώσσα του σχολείου, μπορεί να προκαλέσετε αντιδράσεις και αρνητικά αποτελέσματα τόσο για την κυρίαρχη γλώσσα όσο και για τη γλώσσα της οικογένειας. Το καλύτερο που μπορείτε να κάνετε είναι να δημιουργήσετε φυσικές καταστάσεις όπου τα παιδιά θα χρησιμοποιούν τη γλώσσα της οικογένειας επειδή πραγματικά τη χρειάζονται για να επικοινωνήσουν, όπως για παράδειγμα αν καλέσετε τους μονόγλωσσους παππούδες και γιαγιάδες!

Μπορείτε να κατανοήσετε αυτή την "ανάμειξη" των γλωσσών αν λάβετε υπόψη σας τη φύση των γλωσσικών ερεθισμάτων στα οποία εκτίθενται τα παιδιά σας και να θυμάστε ότι το κύριο συστατικό της γλωσσικής ανάπτυξης είναι απλώς η έκθεση στη γλώσσα. Όταν τα παιδιά ήταν μικρά, άκουγαν κυρίως τη γλώσσα της οικογένειας -είτε αυτή ήταν π.χ. κινέζικα, είτε ρωσικά, είτε αλβανικά- αντί για ελληνικά. Τώρα που πηγαίνουν στο σχολείο, ακούνε μόνο ελληνικά για τουλάχιστον έξι ώρες την ημέρα. Άλλωστε, στα ελληνικά μαθαίνουν όλες αυτές τις νέες λέξεις και έννοιες, καθώς και νέους τρόπους με τους οποίους μπορούν να χρησιμοποιήσουν τη γλώσσα ως εργαλείο. Επομένως, μπορεί να μην γνωρίζουν τη φράση "φυσικές επιστήμες" στη γλώσσα της οικογένειας, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι χάνουν τη "μητρική τους γλώσσα", τη γλώσσα που μαθαίνουν από την οικογένειά τους από την ημέρα που γεννήθηκαν! Έτσι, όταν χρησιμοποιούν μια ελληνική λέξη, ενώ μιλούν τη γλώσσα της οικογένειας (όποια κι αν είναι αυτή), μην εκνευρίζεστε, απλά πείτε τους ποια είναι η αντίστοιχη λέξη που χρησιμοποιείτε στα κινέζικα, στα ρωσικά, στα αλβανικά ή σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα! Και να θυμάστε ότι ακόμα και αν καταλήξουν στο να χρησιμοποιούν κυρίως την ελληνική, μπορούν ταυτόχρονα να είναι τέλειοι ομιλητές της γλώσσας σας...

Άλλες πηγές σχετικά με το θέμα

Baker, Colin. 1995. A Parents’ and Teachers’ Guide to Bilingualism. Multilingual Matters.

Grosjean, François. 1982. Life with Two Languages. Harvard University Press.

Harding-Esch, Edith, and Philip Riley. 2003. The Bilingual Family: A Handbook for Parents. 2nd edn. Cambridge University Press.