Θεματική Συνεδρία

Συντονισμός

Αργύρης Αρχάκης, Πανεπιστήμιο Πατρών, archakis@upatras.gr
Βίλλυ Τσάκωνα, Εθνικό και Καποδιστρακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, villytsa@otenet.gr

Όταν αναφερόμαστε στον ρατσιστικό και τον αντιρατσιστικό λόγο, οι συνήθεις παραδοχές είναι ότι πρόκειται για δύο απόλυτα αντιτιθέμενους λόγους και ότι ένα κείμενο μπορεί να εντάσσεται είτε στον ένα είτε στον άλλο λόγο, όχι και στους δύο ταυτόχρονα. Ωστόσο, έχει αρχίσει να γίνεται αντιληπτό ότι οι ρατσιστικές θέσεις μπορεί να εμφιλοχωρούν με συγκαλυμμένο τρόπο στον (φαινομενικά) αντιρατσιστικό λόγο. Αναδύεται έτσι το φαινόμενο του ρευστού ρατσισμού (liquid racism), το οποίο είναι δύσκολο να εντοπιστεί λόγω των πολλαπλών ερμηνειών που μπορεί να αποδίδονται σε αντι/ρατσιστικά κείμενα (Weaver, 2016).

Από το 2015 και εξής, οι μετακινήσεις προσφυγικών και μεταναστευτικών πληθυσμών στον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο είχαν ως αποτέλεσμα τη συνύπαρξη του ρατσιστικού και του αντιρατσιστικού λόγου στην ευρωπαϊκή (τουλάχιστον) δημόσια σφαίρα. Έτσι, από τη μία, η ρητορική του μίσους και της ξενοφοβίας ενάντια στους/στις νεοεισερχόμενους/ες ‘ξένους/ες’ εντάθηκε (τουλάχιστον) στον δημόσιο λόγο. Από την άλλη, τα ειδησεογραφικά ρεπορτάζ συχνά αναφέρονταν στον δραματικά μεγάλο αριθμό θανάτων στη Μεσόγειο, πράγμα που πολλαπλασίασε την αλληλεγγύη και τις ανθρωπιστικές δράσεις υπέρ των μεταναστών/τριών. Σε τέτοιες περιπτώσεις, συνήθως αποφεύγεται η ρητή αναφορά σε αποκλεισμό και εξοβελισμό των διαφορετικών Άλλων, αλλά γίνονται αναφορές στην αποδοχή και την ένταξη των Άλλων υπό τον όρο της αδρανοποίησης/παθητικοποίησής τους και εντέλει της αφομοίωσής τους. Έτσι, οι Άλλοι/ες μπορεί να μην εκδιώκονται, αλλά η διαφορετικότητά τους σε κάθε περίπτωση απαξιώνεται. Ως εκ τούτου, ακόμη και ο (φαινομενικά) αντιρατσιστικός λόγος μπορεί να συγκαλύπτει ρατσιστικές θέσεις και αξίες και να τις αναπαράγει.

Στο πλαίσιο αυτό, στόχος του πάνελ είναι να διερευνήσει σε βάθος πώς οι ρατσιστικές αντιλήψεις δεν καλλιεργούνται μόνο μέσα από τον εμφανώς ρατσιστικό λόγο, αλλά και μέσα από τον (φαινομενικά) αντιρατσιστικό λόγο. Αντλώντας από το ευρύ πεδίο της Κριτικής Ανάλυσης Λόγου, οι ανακοινώσεις του πάνελ εξετάζουν ποικίλες κειμενικές και άλλες σημειωτικές στρατηγικές μέσω των οποίων οι ρατσιστικές θέσεις εμφιλοχωρούν σε κείμενα με αντιρατσιστικές προθέσεις. Στο πλαίσιο αυτό, εξετάζονται θεσμικά και μιντιακά (πολυτροπικά) κειμενικά είδη, όπως αντιρατσιστικές καμπάνιες, άρθρα από εφημερίδες, πολιτικές γελοιογραφίες, κοινοβουλευτικές ομιλίες, σχολικά εγχειρίδια. Αξιοποιούνται εργαλεία όπως μεταξύ άλλων η συστημική λειτουργική γραμματική του Halliday (1994), η λογοθετική ιστορική προσέγγιση των Reisigl & Wodak (2001), η αναπαράσταση των κοινωνικών δραστών/τριών (van Leeuwen, 2008), o μηχανισμός κατηγοριοποίησης μέλους(Sacks, 1992), η έννοια του ελιτισμού (Thurlow & Jaworski, 2017), η προσέγγιση της αφήγησης ως πρακτικής (De Fina, 2020), το μοντέλο τοπικής επιχειρηματολογίας (Rigotti & Greco, 2019), η λογοψυχολογία (Edwards & Potter, 1992), η κριτική ανάλυση της μεταφοράς (Charteris-Black, 2004) και η έννοια της δημόσιας απολογίας (Kampf, 2009).

Τα πορίσματα των ανακοινώσεων δείχνουν μεταξύ άλλων ότι οι μετανάστες/τριες συχνά αναπαριστάνονται με γενικευτικό τρόπο, με τη χρήση ποσοτικοποιήσεων, με μεταφορικές συλλήψεις που τους/τις απανθρωποποιούν και τους/τις παρουσιάζουν σαν ζώα, φυτά ή φυσικά φαινόμενα. Αναπαριστάνονται επίσης με πολύ περιορισμένη πρωτοβουλία και δράση, ποτέ ως ελίτ σε σχέση με τον πλειονοτικό πληθυσμό, σχεδόν αποκλειστικά ως αδύναμοι/ες, ευάλωτοι/ες και κοινωνικά κατώτεροι/ες, πρόθυμοι/ες να δεχτούν τη φιλάνθρωπη βοήθεια των ισχυρών πλειονοτικών, να αποδεχτούν το κυρίαρχο αξιακό πλαίσιο, να το εσωτερικεύσουν και τελικά να ενταχθούν αφομοιωμένοι/ες στην πλειονοτική κοινωνία με τρόπο ανώδυνο για αυτήν. Μέσα από αυτές τις αναπαραστάσεις καλυμμένης υποτίμησης και απαξίωσης των μεταναστών/τριών, ο ρατσισμός κατορθώνει να βρίσκει πρόσβαση στα αντιρατσιστικά κείμενα διαμορφώνοντας φαινόμενα ρευστού ρατσισμού.

Βιβλιογραφικές Αναφορές

Charteris-Black, J. (2004). Corpus approaches to critical metaphor analysis. Basingstoke: Palgrave MacMillan.

De Fina, A. (2020). Doing narrative analysis from a narratives-as-practices perspective. Narrative Inquiry, 31, 49–71.

Edwards, D., & Potter, J. (1992). Discursive psychology. London: Sage.

Halliday, M. A. K. (1994). An introduction to functional grammar (2η έκδ.). London: Edward Arnold.

Jaworski, A., & Thurlow, C. (2009). Taking an elitist stance: Ideology and the discursive production of social distinction. Στο Α. Jaffe (επιμ.), Stance: Sociolinguistic perspectives (σσ. 195–226). New York: Oxford University Press.

Kampf, Z. (2009). Public (non-) apologies: The discourse of minimizing responsibility. Journal of Pragmatics, 41, 2257–2270.

Reisigl, M., & Wodak, R. (2001). Discourse and discrimination: Rhetoric of racism and antisemitism. London: Routledge.

Rigotti, E., & Greco, S. (2019). Inference in argumentation: A topics-based approach to argument schemes. Cham: Springer.

Sacks, H. (1992). Lectures on conversation. G. Jefferson (επιμ.). Cambridge: Blackwell.

van Leeuwen, T. (2008). Discourse and practice: New tools for critical discourse analysis. New York: Oxford University Press.

Weaver, S. (2016). The rhetoric of racist humor: US, UK and global race joking. London: Routledge.

Παρουσιάσεις

Αργύρης Αρχάκης1 & Βίλλυ Τσάκωνα2
1Πανεπιστήμιο Πατρών & Εθνικό, 2Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
archakis@upatras.gr, villytsa@otenet.gr

Στην ανακοίνωσή μας θα εξετάσουμε τον συσχετισμό που μπορεί να υπάρχει ανάμεσα αφενός στον ρευστό ρατσισμό (liquid racism, Weaver 2016), ο οποίος προκύπτει από την αμφισημία που εντοπίζεται σε κείμενα που μπορούν να ερμηνευθούν ως ρατσιστικά και αντιρατσιστικά ταυτόχρονα, και αφετέρου τον εσωτερικευμένο ρατσισμό (internalized racism, Pyke 2010), που συνίσταται στην αποδοχή ρατσιστικών θέσεων και αξιών από όσους/ες στοχοποιούνται από αυτές. Δεδομένου ότι οι ρατσιστικές θέσεις και αξίες εμποτίζουν τον δημόσιο/επίσημο και τον ιδιωτικό/ανεπίσημο λόγο στα σύγχρονα έθνη-κράτη και καταλήγουν να φυσικοποιούνται και να καθίστανται δυσδιάκριτες στους/στις ομιλητές/τριες, δεν είναι περίεργο ή απροσδόκητο που εμποτίζουν τελικά και τον λόγο των ίδιων των μεταναστών/τριών.

Η προσοχή μας εστιάζεται σε δύο άρθρα από τη μεταναστευτική εφημερίδα Αποδημητικά Πουλιά, η οποία κυκλοφορεί μαζί με την αριστερού πολιτικού προσανατολισμού Εφημερίδα των Συντακτών. Τα υπό εξέταση άρθρα είναι γραμμένα από δύο νεαρές μετανάστριες που έχουν πρόσφατα φτάσει στην Ελλάδα. Το μεν πρώτο προτείνει την εκμάθηση της ελληνικής ως την καλύτερη λύση στα προβλήματα επικοινωνίας που αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητά τους οι μετανάστες/τριες. Συντονίζεται έτσι με εθνορατσιστικούς λόγους που προωθούν τη γλωσσική και πολιτισμική αφομοίωση των μεταναστών/τριών ως απαραίτητη προϋπόθεση για την αποδοχή τους από την πλειονότητα. Το δεύτερο έχει τη μορφή δημόσιας απολογίας (Kampf 2009), όπου οι μετανάστες/τριες εμφανίζονται να ζητούν συγνώμη από τους/τις πλειονοτικούς/ές για τις δυσκολίες και τα προβλήματα που έχουν, υποτίθεται, προκαλέσει με την έλευσή τους στα ευρωπαϊκά έθνη-κράτη. Και σε αυτό, η συγγραφέας φαίνεται να αποδέχεται και να αναπαράγει ευρύτερα διαδεδομένες ρατσιστικές θέσεις που θέλουν τους/τις μετανάστες/τριες να αποτελούν δυσβάσταχτο βάρος και πρόβλημα για την κοινότητα υποδοχής, γι’ αυτό και καλούνται να απολογηθούν και να επανορθώσουν με κάποιον τρόπο στην πλειονότητα.

Υποστηρίζουμε ότι τα κείμενα αυτά όχι μόνο δείχνουν την εσωτερίκευση του ρατσισμού από τις μετανάστριες συγγραφείς τους (όπως ενδεχομένως και από άλλους/ες μετανάστες/τριες που επιθυμούν να ενσωματωθούν στην ελληνική κοινωνία και να προβάλουν ένα αρεστό πρόσωπο στα μέλη της), αλλά ταυτόχρονα συνιστούν και δείγματα ρευστού ρατσισμού. Το γεγονός ότι δημοσιεύονται σε μια εφημερίδα με αριστερό και φιλομεταναστευτικό προσανατολισμό είναι πιθανό να οδηγήσει τους/τις αναγνώστες/τριές της στο να ερμηνεύσουν τα κείμενα αυτά ως αντιρατσιστικά. Με άλλα λόγια, η αντίθεση μεταξύ του αντιρατσιστικού πλαισίου δημοσίευσης και του ρατσιστικού περιεχομένου μπορούν να εγείρουν διαφορετικές και αντιφατικές ερμηνείες, όπως συμβαίνει σε κείμενα όπου εντοπίζεται ρευστός ρατσισμός.

Βιβλιογραφία

Kampf, Z. (2009). Public (non-) apologies: The discourse of minimizing responsibility. Journal of Pragmatics, 41, 2257–2270.

Pyke, K. D. (2010). What is internalized racial oppression and why don’t we study it? Acknowledging racism’s hidden injuries. Sociological Perspectives, 53, 551–572.

Weaver, S. (2016). The rhetoric of racist humor: US, UK and global race joking. London: Routledge.

Κορίνα Γιαξόγλου1 & Τερέζα Σπηλιώτη2
1The Open University, UK, 2Cardiff University
Korina.Giaxoglou@open.ac.uk, SpiliotiT1@cardiff.ac.uk

Υπόρρητες μορφές ρατσισμού, οι οποίες περιγράφονται ως ρευστός ρατσισμός (Weaver, 2011), εντοπίζονται ακόμα και σε λόγους ή κείμενα που φαίνεται να προωθούν τη διαφορετικότητα και τη συμπερίληψη (Archakis, 2022). Στην ανακοίνωσή μας εξετάζουμε ίχνη ρευστού ρατσισμού στην ενημερωτική εκστρατεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EE) με τίτλο Η Ευρώπη Προστατεύει (ΕU Protects). Η προσέγγισή μας βασίζεται στη θεώρηση των αφηγήσεων ως πρακτικών (narratives-as-practices· De Fina, 2020) και τη σύνδεσή τους με συν-αισθηματικές τοποθετήσεις (affective positioning· Giaxoglou, 2021). Με τον όρο συν-αισθηματική τοποθέτηση αναφερόμαστε στους τρόπους με τους οποίους οι αφηγητές/τριες τοποθετούνται συν-αισθηματικά σε σχέση με τα γεγονότα και τους χαρακτήρες του αφηγηματικού κόσμου (taleworld), τους αποδέκτες της αφήγησης (storyrealm), αλλά και τις περιρρέουσες κυρίαρχες ιδέες και αντιλήψεις, συνιστώντας έτσι τη βάση για την πρόκληση συν-αισθηματικών αντιδράσεων, καθώς και για την κατασκευή αφηγηματικών ταυτοτήτων.

Η ανάλυσή μας επικεντρώνεται στην αφήγηση ενός Σύριου πρόσφυγα, όπως παρουσιάζεται στην ιστοσελίδα της συγκεκριμένης ενημερωτικής εκστρατείας. Τα ερευνητικά μας ερωτήματα είναι τα εξής: (1) Πώς η αφήγηση προσωπικής εμπειρίας ενός πρόσφυγα γίνεται αντικείμενο επιμέλειας στο πλαίσιο της εκστρατείας της ΕΕ; (2) Τι είδους συν-αισθηματικές τοποθετήσεις των αφηγητών/τριών και των αποδεκτών της αφήγησης εντοπίζουμε στην επιμελημένη αφήγηση; (3) Πού εντοπίζουμε ίχνη ρευστού ρατσισμού και τι συνιστά ρευστό ρατσισμό στην περίπτωση που εξετάζουμε;

Τα αποτελέσματα της ανάλυσής μας καταδεικνύουν τον τρόπο με τον οποίο η αφήγηση της μεταναστευτικής εμπειρίας επιμελείται ως μια δημόσια αφήγηση (public story· Ganz, 2015), η οποία προωθεί τις αξίες της ενσωμάτωσης, προστασίας και ασφάλειας της ΕΕ. Εντοπίζουμε ίχνη ρευστού ρατσισμού τόσο στην εργαλειοποίηση της προσωπικής εμπειρίας του Σύριου μετανάστη όσο και στην επιμέλειά της ως μια αφήγηση που επικεντρώνεται σε συν-αισθηματικές τοποθετήσεις του αφηγητή ως πρόθυμου να ενσωματωθεί στη χώρα υποδοχής, αλλά και να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του προς την ΕΕ. Τέτοιου είδους επιμελημένες αφηγήσεις προωθούν αλληλεγγύη στους μετανάστες με όρους ιδεολογιών ενσωμάτωσης και με έμφαση στη θετική εικόνα της ΕΕ. Παρά τον ρόλο που προτίθενται να παίξουν έναντι κυρίαρχων αρνητικών αναπαραστάσεων των μεταναστών/τριών, η ουσιαστική δυνατότητα παροχής φωνής σε αυτούς/ες είναι πολύ περιορισμένη.

Βιβλιογραφία

Archakis, A. (2022). Tracing racism in antiracist narrative texts online. Ethnic and Racial Studies, 45(7), 1261–1282.

De Fina, A. (2020). Doing narrative analysis from a narratives-as-practices perspective. Narrative Inquiry, 31(3), 49–71.

Ganz, M. (2015). Public narrative [YouTube video]. California Teachers Association. https://www.youtube.com/watch?v=g7CW_10C7lQ (πρόσβαση 25/05/2022).

Giaxoglou, K. (2021). A narrative approach to social media mourning: Small stories and affective positioning. New York and Oxon: Routledge.

Weaver, S. (2011). Liquid racism and the ambiguity of Ali G. European Journal of Cultural Studies, 14(3), 249–264.

Ράνια Καραχάλιου1 & Γεωργιάννα Χαλάτση2
1Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, 2Πανεπιστήμιο Πατρών
rkarahaliou@uoi.gr, halatsigeorgianna@gmail.com

Πρόσφατες έρευνες αναδεικνύουν ότι ρατσιστικά μηνύματα υπέρ του αποκλεισμού ή/και της αφομοίωσης των προσφύγων/ισσών μπορεί να αναπαράγονται και μέσα από (φαινομενικά) αντιρατσιστικούς λόγους (βλ. μεταξύ άλλων Archakis, 2022· Tsakona κ.ά., 2020). Κινούμενες σε αυτό το πλαίσιο, εστιάζουμε την προσοχή μας στον θεσμικό αντιρατσιστικό λόγο, δηλαδή στον προγραμματικό λόγο διεθνών οργανισμών, οι οποίοι συγκροτήθηκαν με το τέλος του Β´ Παγκόσμιου Πολέμου για την αντιμετώπιση του ρατσισμού (Lentin, 2004). Ειδικότερα, εξετάζουμε οπτικοακουστικό υλικό του ελληνικού τμήματος της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, όπου παρουσιάζεται το πρόγραμμα έκτακτης ανάγκης για την ένταξη και τη στέγαση των προσφύγων/ισσών ΕΣΤΙΑ. Στόχος μας είναι αφενός να αποκαλύψουμε ότι στα υπό ανάλυση κείμενα παρεισφρέουν καλυμμένες διακρίσεις εις βάρος των προσφύγων/ισσών και αφετέρου να σχεδιάσουμε μια διδακτική πρόταση για μαθητές/τριες Ε’ και ΣΤ δημοτικού.

Η μελέτη μας αντλεί από την Πολυτροπική Κριτική Ανάλυση Λόγου (βλ. ενδεικτικά Machin & Mayr, 2012) και τον Κριτικό Γραμματισμό (βλ. ενδεικτικά Janks, 2014), προσεγγίσεις που δίνουν έμφαση στον εντοπισμό των ιδεολογικών θέσεων που (ανα)παράγονται, άμεσα ή έμμεσα, στα κείμενα. Ως μεθολογικό εργαλείο ανάλυσης αξιοποιούμε το μοντέλο Oπτικής Aναπαράστασης του van Leeuwen (2008), ενώ για τον σχεδιασμό της εκπαιδευτικής πρότασης, καταφεύγουμε το μοντέλο των Πολυγραμματισμών (Kalantzis & Cope, 2012). Διαπιστώνουμε ότι τα κείμενα αυτά προωθούν αναπαραστάσεις των προσφύγων/ισσών ως κατάλληλων Άλλων (Barsky, 1994), δηλαδή ως μη απειλητικών και εύκολα αφομοιώσιμων Άλλων. Με άλλα λόγια, τα κείμενα και οι παραγωγοί τους δεν στέκονται θετικά απέναντι στο σύνολο των προσφύγων/ισσών, αλλά απέναντι σε εκείνους/ες τους/τις Άλλους/ες, οι οποίοι/ες δεν απειλούν την εθνική ομοιογένεια, υιοθετώντας τις πλειονοτικές νόρμες και αξ. Τέλος, η διδακτική πρόταση αποσκοπεί στην ανάπτυξη της κριτικής γλωσσικής επίγνωσης (Fairclough, 1992) των μαθητών/τριών, ώστε να έχουν τη δυνατότητα να εντοπίζουν τις καλυμμένες διακρίσεις εις βάρος των προσφύγων/ισσών.

Βιβλιογραφία

Archakis, A. (2022). Tracing racism in antiracist narrative texts online. Ethnic and Racial Studies, 45(7), 1261–1282.

Barsky, R. F. (1994). Constructing a productive other: Discourse theory and the convention refugee hearing. Amsterdam: John Benjamins.

Fairclough, N. (επιμ.). (1992). Critical language awareness. London: Longman.

Janks, H., Dixon, K. Ferreira, A. Granville, St., & Newfield, D. (2014). Doing critical literacy: Texts and activities for students and teachers. New York: Routledge.

Kalantzis, M., & Cope, B. (2012). New learning: Elements of a science of education. Cambridge: Cambridge University Press.

Lentin, A. (2004). Racism and anti-racism in Europe. London: Pluto Press.

Machin, D., & Mayr, A. (2012). How to do critical discourse analysis: A multimodal introduction. London: Sage.

Tsakona, V., Karachaliou, R., & Archakis, A. (2020). Liquid racism in the Greek anti-racist campaign #StopMindBorders. Journal of Language Aggression and Conflict, 8, 232–261.

van Leeuwen, T. (2008). Discourse and practice: New tools for critical discourse analysis. Oxford: Oxford University Press.

Σοφία Λαμπροπούλου & Paige Johnson
University of Liverpool
lampropo@liverpool.ac.uk, hspjohn2@liverpool.ac.uk

 Στόχος αυτής της έρευνας είναι η διερεύνηση της αναπαράστασης των μεταναστών/τριών σε επιμελημένες αφηγήσεις από αγγλικές φιλανθρωπικές οργανώσεις. Εστιάζουμε σε δεδομένα από 37 αφηγήσεις που δημοσιεύτηκαν σε ιστότοπους εννέα φιλανθρωπικών οργανώσεων και ΜΚΟ κατά την περίοδο του Ιανουαρίου 2017 έως τον Αύγουστο του 2021. H περίοδος αυτή συμπίπτει με σημαντικές αλλαγές στην μεταναστευτική πολιτική του Ηνωμένου Βασιλείου (στο εξής ΗΒ), λόγω του Brexit. Σε αντίθεση με υπάρχουσες μελέτες που επικεντρώνονται σε μεροληπτικό λόγο κατά των προσφύγων/ισσών και μεταναστών/τριών στα ΜΜΕ του ΗΒ (βλ. Gabrielatos & Baker, 2008), η παρούσα έρευνα εστιάζει στις ταυτοτικές τοποθετήσεις των μεταναστών/τριών σε δηλωμένες αντιρατσιστικές αφηγήσεις. Διερευνούμε γλωσσικά ίχνη κυρίαρχων λόγων που, παρά τη φαινομενικά αντιρατσιστική φύση των αφηγήσεων, συμβάλλουν στη διατήρηση μιας ηγεμονικής ρατσιστικής ιδεολογίας. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, εστιάζουμε στο ρευστό ρατσισμό που περιλαμβάνει αμφίσημα και διφορούμενα μηνύματα και αναπαράγει ρατσιστικές θέσεις και ιδεολογίες (Weaver, 2010).Αντλώντας από τα παραδείγματα της κριτικής ανάλυσης λόγου (Fairclough, 1995) και της αφηγηματικής τοποθέτησης (Bamberg, 1997), αναδεικνύουμε πώς οι μετανάστες/ τριες τοποθετούνται με υψηλού βαθμού δράση (high agency) μετά από πράξεις θετικής προσαρμογής που επιτρέπουν την τελική ένταξή (integration) τους στη βρετανική κοινωνία. Συγκεκριμένα, αυτό περιλαμβάνει γλωσσική και πολιτιστική ενσωμάτωση, οικονομική και εθελοντική συνεισφορά και προσωπική και εκπαιδευτική ανάπτυξη εντός των κοινοτήτων υποδοχής τους. Η υψηλού βαθμού δράση συνοδεύεται από ταυτοτικές τοποθετήσεις ευγνωμοσύνης και ανθεκτικότητας, οι οποίες, αναπαράγουν το Λόγο μετανάστευσης ως συναλλαγής (transaction) που κυριαρχεί στο ευρύτερο πολιτικο-ιδεολογικό βρετανικό πλαίσιο. Υποστηρίζουμε ότι οι συγκεκριμένες ταυτοτικές τοποθετήσεις είναι προβληματικές καθώς, σε συνδυασμό με την πλαισίωσή τους ως συνεισφορά στο κράτος, αναπαρίστανται ως προ απαιτούμενα για την αποδοχή των μεταναστών/ τριών από τις κοινότητες υποδοχής τους. Συνομιλούν επομένως με το νεοφιλελεύθερο, νέο-αφομοιωτικό μοντέλο ένταξης που κυριαρχεί στον δημόσιο λόγο του ΗΒ (Bennett, 2018) και ταυτοχρόνως έρχονται σε σύγκρουση με τις φιλανθρωπικές αρχές των ΜΚΟ και των φιλανθρωπικών οργανώσεων. Οι επιμελημένες ιστορίες, επομένως, μετατρέπονται σε τόπους ρευστού ρατσισμού κατά την εμπλοκή δηλωμένων αντιρατσιστικών, αλλά, υπόρρητα, ρατσιστικών τοποθετήσεων των μεταναστών/ τριών στο ΗΒ. 

Βιβλιογραφία

Bamberg, M. (1997). Positioning between structure and performance. Journal of Narrative and Life History, 7(1–4), 335–342.

Bennett, S. (2018). Constructions of migrant integration in British public discourse: Becoming British. London: Bloomsbury Academic.

Fairclough, N. (1995). Critical discourse analysis: The critical study of language. London: Longman.

Gabrielatos, C., & Baker, P. (2008). Fleeing, sneaking, flooding: A corpus analysis of discursive constructions of refugees and asylum seekers in the UK press, 1996–2005. Journal of English Linguistics, 36(1), 5–38.

Weaver, S. (2010). Liquid racism and the Danish prophet Muhammad cartoons. Current Sociology, 58(5), 675–692.

Άννα Πιατά1 & Σταύρος Ασημακόπουλος2
1Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, 2University of Malta
apiata@enl.uoa.gr, stavros.assimakopoulos@um.edu.mt

Ενώ η μεταφορά μελετήθηκε εξαρχής ως πραγματολογικό και αργότερα ως γνωσιακό φαινόμενο, ο ρόλος της στην Κριτική Ανάλυση Λόγου (εφεξής ΚΑΛ) αναγνωρίστηκε αρκετά μεταγενέστερα, όταν σχετικές έρευνες υπογράμμισαν πως «όταν δηλώνουμε τα πράγματα μέσα από μια μεταφορά έναντι κάποιας άλλης, κατασκευάζουμε την πραγματικότητά μας με έναν τρόπο έναντι κάποιου άλλου» (Fairclough, 1992, σσ. 194). Οι γλωσσικές μεταφορικές εκφράσεις που αναφέρονται στους/στις πρόσφυγες/ισσες και την προσφυγική ‘κρίση’ στη Μεσόγειο ως «κύμα», «πλημμύρα» ή «τσουνάμι» επιβεβαιώνουν την τοποθέτηση αυτή με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο.

Στην παρούσα μελέτη, μετατοπίζουμε το ενδιαφέρον μας από τις γλωσσικές στις οπτικές μεταφορές για τους/τις πρόσφυγες/ισσες, που τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει αντικείμενο εκτενούς μελέτης σε πολυτροπικά κειμενικά είδη (βλ. Kitsiou & Papadopoulou, 2021). Ειδικότερα, εξετάζουμε τον ρόλο που μπορεί να παίξει η οπτική μεταφορά στην ανάδυση του ρευστού ρατσισμού εστιάζοντας σε ένα σύνολο από 116 ελληνικές πολιτικές γελοιογραφίες που δημοσιεύθηκαν στο λεύκωμα Το Μετέωρο Βήμα: Έκθεση Σκίτσων για το Προσφυγικό (2016), απόρροια μιας έκθεσης γελοιογραφίας υπέρ των προσφύγων που, κατά συνέπεια, στοιχειοθετεί έναν καθ’ ομολογία αντιρατσιστικό λόγο.

Για την ανάλυση των δεδομένων, ειδικότερα δε του ρόλου της μεταφοράς αναφορικά με την αναπαράσταση των προσφύγων/ισσών, αντλούμε από τα αναλυτικά εργαλεία της Κριτικής Ανάλυσης της Μεταφοράς (Charteris-Black, 2004), που συνδυάζει τις βασικές παραδοχές της Θεωρίας της Εννοιολογικής Μεταφοράς (Lakoff & Johnson, 1980) με τους στόχους και τη μεθοδολογία της ΚΑΛ. Μέσα από την ποιοτική ανάλυση των δεδομένων, διαπιστώνουμε ότι οι οπτικές μεταφορές, παρά τη φιλοπροσφυγική στόχευση των γελοιογραφιών,  επιτρέπουν μια απανθρωποποιημένη ή/και αντικειμενοποιημένη αναπαράσταση των προσφύγων/ισσών. Σε αυτό το πλαίσιο, θεωρούμε ότι λειτουργούν όχι μόνο ως εργαλείο (αρνητικής) πλαισίωσης της αντιμετώπισης των προσφύγων/ισσών από τις κυρίαρχες δυνάμεις αλλά κυρίως ως μηχανισμός ετεροποίησης. Παράλληλα με την οπτική μεταφορά, εξετάζουμε και τα άλλα σημειωτικά μέσα που συμβάλλουν στον ρευστό ρατσισμό, όπως η μετωνυμία και η οπτική εικονοποιΐα.

Βιβλιογραφία

Charteris-Black, J. (2004). Corpus approaches to critical metaphor analysis. New York: Palgrave Macmillan.

Fairclough, N. (1992) Change. Cambridge: Polity Press.

Kitsiou, R., & Papadopoulou, M. (2021). Mapping Europe’s attitudes towards refugees in political cartoons through CMT and CMA. Punctum, 7, 151–174.

Lakoff, G., & Johnson, M. (1980). Metaphors we live by. Chicago: University of Chicago Press.

Το Μετέωρο Βήμα: Έκθεση Σκίτσων για το Προσφυγικό (2016). Λεύκωμα. Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου & Λέσχη Ελλήνων Γελοιογράφων.

Αντώνης Σαπουντζής
Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης
ansapoun@psed.duth.gr

Ο ρευστός ρατσισμός αποτελεί ένα είδος ρατσισμού που δρα υπόγεια και μπορεί να βρεθεί σε λόγο που ανοικτά επιχειρηματολογεί υπέρ μειονοτικών ομάδων. Στο παρόν άρθρο εξετάζεται πως κατασκευές του ουσιοποιημένου εθνικού υποκειμένου χρησιμοποιήθηκαν από το ΣΥΡΙΖΑ και το ΜέΡΑ 25 στη συζήτηση του νόμου 4636/2019 για τους αιτούντες άσυλο. Η ουσιοποίηση ή εσσεντιαλισμός (essentialism) έχει αποτελέσει σημαντικό πεδίο έρευνας της κοινωνικής ψυχολογίας, λόγω της σύνδεσης του τόσο με την προκατάληψη όσο και με τη στερεοτυποποίηση. Αν και αρχικά η κοινωνικοψυχολογική έρευνα υποστήριζε την άρρηκτη σύνδεση ουσιοποίησης και προκατάληψης, νεότερες έρευνες υποστηρίζουν ότι η σύνδεση των δύο εξαρτάται τόσο από το κοινωνικό πλαίσιο όσο και από το περιεχόμενο που αποδίδεται στις κατηγορίες. Η παρουσίαση αφορά τη κοινοβουλευτική συζήτηση που έγινε στην ολομέλεια σχετικά με το νόμο 4636/2019 «Περί Διεθνούς προστασίας και άλλες διατάξεις» στις 31/10/2019. Αναλύονται αποσπάσματα από τους λόγους των βουλευτών Κλέων Γεωργιάδη του ΜέΡΑ 25, Ιωάννη Μουζάλα και του Θεόφιλου Ξανθόπουλου από το ΣΥΡΙΖΑ. Η ανάλυση έγινε χρησιμοποιώντας τις αρχές της Κριτικής Κοινωνικής Λογοψυχολογίας (Bozatzis, 2009· Wetherell, 1998), και δίνει έμφαση στην ουσιοποίηση έτσι όπως χρησιμοποιήθηκε στις γραμμές επιχειρηματολογίας των ομιλητών/τριων. Οι γραμμές επιχειρηματολογίας με χρήση ουσιοποιημένων εκδοχών των ταυτοτήτων τόσο των προσφύγων/ισσών όσο και των Ελλήνων/ίδων, επέτρεπαν στους συμμετέχοντες/ουσες να επιτύχουν ρητορικούς στόχους, όπως την αποποίηση μιας πιθανής κατηγορίας έλλειψης φιλοπατρίας ή/και την προσπάθεια ηγεμόνευσης (hegemony) του πολιτικού χώρου, ενώ παράλληλα υποστήριζαν την απόδοση ασύλου σε πρόσφυγες/ισσες και υπέσκαπταν το διαχωρισμό προσφύγων/ισσών μεταναστών/στριών. Παράλληλα όμως σε ένα δεύτερο επίπεδο, οι ουσιοποιητικές αυτές κατασκευές της ελληνικής εθνικής ταυτότητας υπέσκαπταν την πιθανότητα οι πρόσφυγες/ισσες να αποτελέσουν συνδιαμορφωτές/ώτριες μιας νέας ελληνικής ταυτότητας, καθώς η ελληνική ταυτότητα παρουσιαζόταν ως αναλλοίωτη και αμετάβλητη στο χρόνο, και συνεπώς αποτελούσαν μια έκφανση ρευστού ρατσισμού.

Βιβλιογραφία

Bozatzis, N. (2009). Occidentalism and accountability: Constructing culture and cultural difference in majority Greek talk about the minority in Western Thrace. Discourse and Society, 20, 431–453.

Wetherell, M. (1998). Positioning and interpretative repertoires: Conversation analysis and post-structuralism in dialogue. Discourse and Society, 9, 387–412.

Δημήτρης Σεραφής
University of Groningen
d.serafis@rug.nl

Η παρoύσα ανακοίνωση παρουσιάζει ένα κριτικό πλαίσιο για τη μελέτη του ρευστού ρατσισμού (liquid racism· Weaver, 2016), όπως αυτός εντοπίζεται σε κοινοβουλευτικές ομιλίες ελλήνων πολιτικών. Συγκεκριμένα, αναλύονται αποσπάσματα από τις ομιλίες του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη (ΝΔ) και του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα (ΣΥΡΙΖΑ) στις 31 Οκτωβρίου 2019, όταν και συζητήθηκε στην Ολομέλεια της Βουλής το σχέδιο νόμου «Περί Διεθνούς Προστασίας και άλλες διατάξεις» που αφορούσε, μεταξύ άλλων, το πλαίσιο απόδοσης ασύλου σε μεταναστευτικούς πληθυσμούς. Ακολουθώντας το πλαίσιο της Κριτικής Ανάλυσης Λόγου (ΚΑΛ· βλ. Wodak & Meyer, 2016) αξιοποιώ εργαλεία από το πλαίσιο των Σπουδών Επιχειρηματολογίας (Argumentation Studies) με στόχο να αναλύσω τις επιχειρηματολογικές συναγωγές (argumentative inferences· Rigotti & Greco, 2019) που πυροδοτούνται σε αποσπάσματα των δύο κοινοβουλευτικών ομιλιών. Παρά το γεγονός ότι οι κοινοβουλευτικές τοποθετήσεις παραμένουν εντός των –φαινομενικά– αντιρατσιστικών ορίων που θέτει το ελληνικό νομικό πλαίσιο, όπως διαπιστώνουμε στην ανάλυση, οι δύο πολιτικοί αρχηγοί αναπτύσσουν επιχειρηματολογικές συναγωγές που νομιμοποιούν τις δύο ακόλουθες ρατσιστικές θέσεις: (α) την αποτροπή ή/και ρύθμιση του μεταναστευτικού φαινομένου και (β) την αφομοίωση των μεταναστευτικών πληθυσμών στο ελληνικό πλαίσιο.

Βιβλιογραφία

Rigotti, E., & Greco, S. (2019). Inference in argumentation: A topics-based approach to argument sSchemes. Cham: Springer.

Weaver, S. (2016). The rhetoric of racist humor: US, UK and global race joking. London: Routledge.

Wodak, R., & Meyer, M. (επιμ.). 2016. Methods of critical discourse studies (3η εκδ.). London: Sage.

Αναστασία Γ. Στάμου & Κωνσταντίνα Κατράνα
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
anstamou@del.auth.gr, konnakatr@gmail.com

Τα ευρωπαϊκά έθνη-κράτη, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, τείνουν να αντλούν από ρητές ή, πιο πρόσφατα, από άρρητες μορφές ρατσιστικών λόγων, προκειμένου να αντιμετωπίσουν πολιτισμικές και γλωσσικές αποκλίσεις από τη μονοπολιτισμική και μονογλωσσική νόρμα. Στην παρούσα μελέτη, αναλύουμε τέσσερα βίντεο που δημιουργήθηκαν στο πλαίσιο αντιρατσιστικών εκστρατειών στην Ελλάδα και την Κύπρο λόγω της πρόσφατης προσφυγικής κρίσης, που εκτείνονται χρονικά από το 2017 μέχρι το 2020. Αν και η κοινωνιογλωσσική σύνθεση των δύο κοινοτήτων δεν είναι η ίδια, ο μονογλωσσικός και μονοπολιτισμικός προσανατολισμός επίσημων φορέων, όπως της εκπαίδευσης, είναι κοινός και στις δύο περιπτώσεις (βλ. μεταξύ άλλων, Archakis, 2014· Ioannidou, 2012).

Για την ανάλυση των τρόπων με τους οποίους αναπαρίστανται οι μεταναστευτικές ταυτότητες στα βίντεο, χρησιμοποιείται ένα αναλυτικό πλαίσιο (για περισσότερες λεπτομέρειες, βλ. Stamou, 2018), στο οποίο επιχειρείται η σύνθεση προσεγγίσεων ανάλυσης ταυτοτήτων όπως αναπτύχθηκε από τις Κριτικές Σπουδές Λόγου (Reisigl & Wodak, 2001) με προσεγγίσεις διεπιδραστικής ανάλυσης ταυτοτήτων από την κοινωνιοπολιτισμική γλωσσολογία (Bucholtz & Hall, 2005). Μέσα από την ανάλυση, προκύπτει ότι οι μετανάστες/τριες των βίντεο πλαισιώνονται ως μη ελίτ σε σχέση με την πλειονότητα και τους/τις αφομοιωμένους/ες μετανάστες/τριες, οι οποίοι/ες κατασκευάζονται ως ελίτ (Jaworski & Thurlow, 2009). Έτσι, θα θέλαμε να υποστηρίξουμε ότι ο ελιτισμός είναι ένας αναπαραστατικός πόρος για τη διαιώνιση του ρευστού ρατσισμού (liquid racism· Weaver, 2016), καθώς κανονικοποιεί τα προνόμια των ελίτ (πλειονότητα, αφομοιωμένοι/ες μετανάστες/τριες) σε σχέση με τους/τις μη ελίτ (μη αφομοιωμένους/ες μετανάστες/τριες). Συμπερασματικά, όσο η πλειονότητα είναι υπεύθυνη για την ιδεολογική προοπτική που υιοθετείται στη μεσοποίηση των μεταναστευτικών ιστοριών, όπως αυτών που κατασκευάστηκαν στα υπό ανάλυση βίντεο, εκείνη θα αποφασίζει ποιες μεταναστευτικές (και πλειονοτικές) φωνές θα συμπεριληφθούν (και ποιες όχι), αλλά και με ποιον (ελιτίστικο ή μη) τρόπο θα πλαισιωθούν.

Βιβλιογραφία

Archakis, A. (2014). Immigrant voices in students’ essay texts: Between assimilation and pride. Discourse & Society, 25(3), 297–314.

Bucholtz, M., & Hall, K. (2005). Identity and interaction: A sociocultural linguistic approach. Discourse Studies, 7(4–5), 585–614.

Ioannidou, E. (2012). Language policy in Greek Cypriot education: Tensions between national and pedagogical values. Language, Culture and Curriculum, 25(3), 215–230.

Jaworski, A., & Thurlow, C. (2009). Taking an elitist stance: Ideology and the discursive production of social distinction. In A. Jaffe (Ed.), Stance: Sociolinguistic perspectives (pp. 195–226). New York: Oxford University Press.

Reisigl, M., & Wodak, R. (2001). Discourse and discrimination: Rhetorics of racism and anti-semitism. London: Routledge.

Stamou, A. G. (2018). Studying the interactional construction of identities in critical discourse studies: A proposed analytical framework. Discourse and Society, 29(5), 568–589.

Weaver, S. (2016). The rhetoric of racist humor: US, UK and global race joking. London: Routledge.

Κυριακούλα Τζωρτζάτου
Πανεπιστήμιο Πατρών
kurtzortzatou@gmail.com

Οι μεταναστευτικές και προσφυγικές αφίξεις στον ευρωπαϊκό χώρο κατά τα έτη 2015-2017 οδήγησαν στην ανάδυση ποικίλων στάσεων και πρακτικών εκ μέρους των ευρωπαϊκών κρατών, οι οποίες χαρακτηρίζονται από αλληλεγγύη έως και ξενοφοβία. Έτσι, παράλληλα με τον ρατσιστικό λόγο, τέθηκαν σε κυκλοφορία πλήθος αντιρατσιστικών κειμένων με θέμα το μεταναστευτικό και προσφυγικό ζήτημα, τα οποία στοχεύουν στην καταπολέμηση του ρατσισμού. Στο πλαίσιο αυτό, επιδίωξή μας είναι να αναδείξουμε ότι οι ρατσιστικές αντιλήψεις για μεταναστευτικούς και προσφυγικούς πληθυσμούς δεν καλλιεργούνται μόνο μέσα από τον λόγο μίσους, ο οποίος δαιμονοποιεί απροκάλυπτα τους πληθυσμούς αυτούς, αλλά και μέσα από τον φαινομενικά αντιρατσιστικό λόγο, ο οποίος, ενώ προσβλέπει στην καταγγελία των ρατσιστικών πρακτικών, καταλήγει να συγκαλύπτει και να αναπαράγει ανισότητες. Από αυτή τη συνύπαρξη ρατσιστικών και αντιρατσιστικών θέσεων στα ίδια (περι)κείμενα προκύπτει ένα νέο είδος αμφίσημου ρατσισμού, ο ρευστός ρατσισμός (Weaver, 2016, pp. 63–64).

Στη μελέτη αυτή παρουσιάζουμε μία εργαλειοθήκη, η οποία περιλαμβάνει ένα σύνολο εργαλείων ανίχνευσης του ρατσισμού σε αντιρατσιστικά κείμενα. Η δημιουργία της εργαλειοθήκης προέκυψε από την κριτική επεξεργασία του πρώτου ψηφιακού σώματος ελληνικών αντιρατσιστικών κειμένων για μεταναστευτικούς και προσφυγικούς πληθυσμούς. Πιο συγκεκριμένα, το σώμα που διαμορφώσαμε περιλαμβάνει 830 αντιρατσιστικά κείμενα ή κειμενικά αποσπάσματα, η συλλογή των οποίων βασίστηκε σε συγκεκριμένα κριτήρια. Πρόκειται για θεσμικά ή/και μιντιακά κείμενα, τα οποία προέρχονται από 41 διαφορετικές πηγές, αριθμούν 501.744 χιλιάδες λέξεις και έχουν συνταχθεί από πολυάριθμους/ες συγγραφείς. Σύμφωνα με την κριτική ανάλυση ενδεικτικών κειμένων του σώματος, οι ρατσιστικές θέσεις εμφιλοχωρούν στα αντιρατσιστικά κείμενα μέσω δύο βασικών οδών: της διάκρισης και της αφομοίωσης και, ειδικότερα, μέσω 3 υποκατηγοριών διάκρισης και 2 υποκατηγοριών αφομοίωσης. Ως εκ τούτου, η εργαλειοθήκη περιλαμβάνει 5 εργαλεία για την εντοπισμό των 5 υποκατηγοριών ρατσισμού. Κάθε εργαλείο αποτελεί μια ερώτηση για την ανίχνευση ρατσιστικών θέσεων σε αντιρατσιστικά κείμενα, η οποία καλεί τον/την αναγνώστη/τρια να κοιτάξει προσεκτικά τα γλωσσικά μέσα (ανα)παραγωγής ρατσιστικών νοημάτων.

Η λειτουργικότητα των εργαλείων/ερωτήσεων αναδείχθηκε στην εφαρμογή τους σε κάθε κείμενο του σώματος. Βάσει της εφαρμογής αυτής, ανιχνεύτηκε ποιες υποκατηγορίες ρατσισμού εντοπίζονται σε κάθε κείμενο ή ποια κείμενα είναι αμιγώς αντιρατσιστικά. Στο πλαίσιο αυτό, τα κείμενα επισημειώθηκαν ως προς τις πληροφορίες που προσδιορίζουν τη ρατσιστικότητα τους. Από τη διαδικασία αυτή προέκυψε ότι το σώμα των 830 αντιρατσιστικών κειμένων διακρίνεται σε δύο υπο-σώματα: ένα υπο-σώμα 814 κειμένων ρευστού ρατσισμού, δηλαδή ένα υποσύνολο κειμένων στα οποία ανιχνεύτηκαν υποκατηγορίες ρατσισμού, και ένα υπο-σώμα 16 αμιγώς αντιρατσιστικών κειμένων.

Η εργαλειοθήκη και το επισημειωμένο σώμα ελληνικών αντιρατσιστικών κειμένων βρίσκονται καταχωρημένα στην ψηφιακή βάση δεδομένων Wiki-TRACE (https://traceprojectwiki.miraheze.org/wiki/), η οποία σε επιστημονικό επίπεδο επιχειρεί τη λεγόμενη Ανοικτή Επιστήμη (Οpen Science), ενώ σε κοινωνικό επίπεδο την ευαισθητοποίηση του κοινού σε θέματα ρατσισμού και ρευστού ρατσισμού.

Βιβλιογραφία

Weaver, S. (2016). The rhetoric of racist humour: US, UK and global race joking. London: Routledge.

Βάσια Τσάμη
Πανεπιστήμιο Πατρών
tsamibasil@gmail.com

Στα σύγχρονα δυτικά έθνη-κράτη τα κείμενα της εκπαίδευσης συνιστούν τον πιο εκτενή και μαζικό τρόπο διαμόρφωσης της συλλογικής μνήμης. Αυτή η προσπάθεια διαμόρφωσης της συλλογικής μνήμης συχνά περιέχει αντιφατικά μηνύματα, τα οποία αποτυπώνονται τόσο στα προγράμματα σπουδών όσο και στα ίδια τα σχολικά εγχειρίδια. Ειδικότερα, τα εγχειρίδια, από τη μία, επιχειρούν να προστατεύσουν την εθνική ομοιογένεια και, από την άλλη, επιδιώκουν να συντονιστούν με τη σύγχρονη πολυπολιτισμική και πολυγλωσσική πραγματικότητα. Αυτή η αμφιταλάντευση καθιστά δυσδιάκριτα τα όρια ανάμεσα στον ρατσιστικό και τον αντιρατσιστικό λόγο, φέρνοντας στην επιφάνεια τον ρευστό ρατσισμό. O ρευστός ρατσισμός (Weaver, 2016) διαμορφώνεται μέσα από υπόρρητες αμφισημίες, οι οποίες αποδυναμώνουν τις άμυνες ενάντια σε ρατσιστικές διαδικασίες, όπως η αφομοίωση. Μέσω της αφομοίωσης, η πλειονοτική ομάδα επιδιώκει οι μειονοτικοί πληθυσμοί να ενστερνιστούν τους κυρίαρχους κώδικες συμπεριφοράς και τα κυρίαρχα ιδανικά (Χριστόπουλος, 2004, σ. 352). Η αφομοιωτική προσπάθεια του ελληνικού σχολείου είναι εμφανής και στα σχολικά εγχειρίδια της Νεοελληνικής Γλώσσας του Γυμνασίου, τα οποία προβάλλουν ως αποδεκτό/ή κατεξοχήν τον/την αφομοιωμένο/η Άλλο/η (βλ. σχετικά Τσάμη & Ρεβίθη, 2023).

Στην ανακοίνωση αυτή θα αναπτύξω μια διδακτική πρόταση η οποία αποβλέπει στην καλλιέργεια του κριτικού γραμματισμού των μαθητών/τριών του Γυμνασίου ώστε να καταστούν ικανοί/ές να ανιχνεύουν στα κείμενα των γλωσσικών εγχειριδίων στοιχεία ρευστού ρατσισμού και ειδικότερα να εντοπίζουν τις αφομοιωτικές προσπάθειες που προωθούνται σε αυτά. Αξιοποιώντας το παιδαγωγικό πλαίσιο των πολυγραμματισμών (Kalantzis & Cope, 2012), στόχος μου είναι οι μαθητές/τριες να συνειδητοποιήσουν ότι στα κείμενα των γλωσσικών εγχειριδίων o/η Άλλος/η αναπαρίσταται ως αποδεκτός/ή μόνο υπό την προϋπόθεση της αφομοίωσής του/της. Με άλλα λόγια, τα σχολικά εγχειρίδια παρά την ευρύτερη φαινομενικά αντιρατσιστική τους στόχευση, δεν καταφέρνουν να απεμπλακούν από τις εδραιωμένες ομογενοποιητικές προσδοκίες προβάλλοντας ως ιδανικό/ή τον/την γλωσσικά και πολιτισμικά αφομοιωμένο/η Άλλο/η. Μέσα από την κριτική επεξεργασία των κειμένων αυτών, οι μαθητές/τριες -αλλά και οι εκπαιδευτικοί- θα αποκτήσουν επίγνωση ότι τα σχολικά εγχειρίδια δεν εμπεριέχουν αδιαμφισβήτητες και αλάνθαστες πληροφορίες, αλλά συνιστούν πολιτικά κείμενα τα οποία φέρουν ποικίλες ιδεολογικές φορτίσεις, συχνά αντιφατικές, στην προσπάθειά τους να είναι ιδεολογικά συμβατά με διάφορους λόγους.

Βιβλιογραφία

Kalantzis, M., & Cope, Β. (2012). Literacies. Cambridge: Cambridge University Press.

Tσάμη, B., & Ρεβίθη, E. (2023). Ο ρευστός ρατσισμός στο εκπαιδευτικό πλαίσιο: Κριτική ανάλυση στα διδακτικά εγχειρίδια της Νεοελληνικής Γλώσσας. Στο A. Αρχάκης, Ρ. Καραχάλιου, & Β. Τσάκωνα (επιμ.), Ιχνηλατώντας τη διείσδυση του ρατσισμού στον αντιρατσιστικό λόγο: Μελέτες για τον ρευστό ρατσισμό (σσ. 445–476). Αθήνα: Πεδίο.

Weaver, S. (2016). The Rhetoric of Racist Humor: US, UK and global race joking. London: Routledge.

Χριστόπουλος, Δ. (2004). Οι μετανάστες στην ελληνική πολιτική κοινότητα. Στο Μ. Παύλου & Δ. Χριστόπουλος (επιμ.), Η Ελλάδα της μετανάστευσης: Κοινωνική συμμετοχή, δικαιώματα και ιδιότητα του πολίτη (σσ. 338–366). Αθήνα: Κριτική & ΚΕΜΟ.