Συντονισμός

Σαλώμη Μπουκάλα, Πάντειο Πανεπιστήμιο, salomi.boukala@gmail.com
Αναστασία Στάμου, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, anstamou@del.auth.gr

H έννοια του λόγου έχει πλέον ξεπεράσει τα όρια του επιστημονικού κλάδου της γλωσσολογίας και χρησιμοποιείται ευρέως τόσο από την πολιτική επιστήμη και την επικοινωνία, όσο και από τις κοινωνικές επιστήμες. Στη βάση της προσφοράς πολλαπλών και αντιτιθέμενων κατασκευών της κοινωνικής πραγματικότητας το τι και το πώς λέγεται ότι συμβαίνει κάτι αποκτά τεράστια σημασία. Από την άλλη πλευρά, το ενδιαφέρον στρέφεται όλο και περισσότερο στον επικοινωνιακό χειρισμό πτυχών της κοινωνικής ζωής. Ως μέρος του ευρύτερου πεδίου της ανάλυσης λόγου, η Κριτική Ανάλυση Λόγου (Critical Discourse Analysis: εφεξής ΚΑΛ) έδωσε εξαρχής το δικό της στίγμα, αντιμετωπίζοντας τη γλώσσα (και την ευρύτερη σημείωση) ως μορφή κοινωνικής πρακτικής που αναπαριστά και τελικά συγκροτεί την κοινωνική πραγματικότητα, αλλά και εστιάζοντας στις έννοιες της ιδεολογίας, της εξουσίας και της κριτικής, αποδεικνύοντας έτσι τον διεπιστημονικό της χαρακτήρα που συνδυάζει τη γλωσσολογία με την πολιτική και κοινωνική θεωρία. Αν και αυτές οι έννοιες διαμορφώνουν το θεωρητικό υπόβαθρό της, στόχος της δεν ήταν εξαρχής η διατύπωση μιας συγκεκριμένης θεωρίας ή μεθοδολογίας. Αντιθέτως, οι διαφορετικές προσεγγίσεις/σχολές και η ποικιλία των θεματικών της ΚΑΛ αποδεικνύουν τη δυνατότητά της να περικλείει επιστημονικές μελέτες που χαρακτηρίζονται από διαφορετικό θεωρητικό υπόβαθρο, αφορούν τη μελέτη διαφορετικών δεδομένων και συχνά συνδυάζουν διαφορετικές μεθοδολογικές προσεγγίσεις που επεκτείνονται από τον χώρο της επιχειρηματολογίας μέχρι τις ποσοτικές αναλύσεις και τις επιστήμες των υπολογιστών. Η διεπιστημονικότητα, επομένως, και η ετερογένεια των μεθοδολογικών εργαλείων και των θεωρητικών προσεγγίσεων διαφοροποιούν την ΚΑΛ από ολιστικές μεθόδους μελέτης του λόγου.

Με βάση τα παραπάνω, σκοπός του προτεινόμενου πάνελ είναι να αποτυπώσει τους τρόπους με τους οποίους έχει αναπλαισιωθεί η ΚΑΛ από μέλη της ελληνικής ακαδημαϊκής κοινότητας για τη μελέτη της διά του λόγου εκφοράς της ελληνικής κοινωνικοπολιτικής πραγματικότητας. Με εστίαση, λοιπόν, στο ελληνικό συγκείμενο, θα φωτιστεί καλύτερα τι μπορεί να προσφέρει η οπτική της ΚΑΛ στην (απο)δόμηση της κοινωνικής πραγματικότητας, αλλά και τι, τελικά, ενώνει τόσο διαφορετικές θεματικές και ερευνητικές περιοχές υπό το πρίσμα της ΚΑΛ. Συγκεκριμένα, στο προτεινόμενο πάνελ, περιλαμβάνονται μελέτες της ΚΑΛ σε πεδία έρευνας στα οποία έχει κατεξοχήν δραστηριοποιηθεί και διεθνώς, όπως είναι ο πολιτικός λόγος (κοινοβουλευτικές αντιπαραθέσεις, βλ. Γεωργαλίδου· πολιτική διαφήμιση, βλ. Κίσσας), ο λόγος των ΜΜΕ (ειδησεογραφία, βλ. Μητσικοπούλου & Λύκου· Χατζηδάκη· τηλεοπτικές συζητήσεις, βλ. Μπουτουλούση), αλλά και τα ψηφιακά μέσα, που αποτελούν μέρος της σύγχρονης δημόσιας σφαίρας (μέσα κοινωνικής δικτύωσης, βλ. Γεωργάλου· μιμίδια, βλ. Αρχάκης & Τσάκωνα· σχόλια στο διαδίκτυο, βλ. Ασημακόπουλος & Σεραφής). Επίσης, οι μελέτες διαφοροποιούνται λιγότερο ή περισσότερο ως προς το θεωρητικό τους υπόβαθρο και τα αναλυτικά εργαλεία που προτείνουν, καθώς εκτείνονται από την πολιτική επικοινωνία (βλ. Κίσσας) μέχρι την ανάλυση μεταφοράς (βλ. Μπουτουλούση), τις θεωρίες α/ευγένειας (βλ. Γεωργαλίδου), την έρευνα για το χιούμορ (βλ. Αρχάκης & Τσάκωνα), τη διαδικτυακή εθνογραφία (βλ. Γεωργάλου), καθώς και τον συνδυασμό ποιοτικών και ποσοτικών μεθόδων / σωματοκειμενικής γλωσσολογίας (βλ. Ασημακόπουλος & Σεραφής· Μητσικοπούλου & Λύκου· Χατζηδάκη). Τέλος, το προτεινόμενο πάνελ επιχειρεί να αναδείξει τις διαφορετικές χρήσεις και αναγνώσεις της ΚΑΛ από τους Έλληνες ερευνητές και τις Ελληνίδες ερευνήτριες για καίρια θέματα της ελληνικής κοινωνίας, όπως η μετανάστευση και ο ρατσισμός (βλ. Αρχάκης & Τσάκωνα· Μπουτουλούση), η ομοφοβία (βλ. Ασημακόπουλος & Σεραφής), η οικονομική κρίση και το brain drain (βλ. Γεωργάλου· Μητσικοπούλου & Λύκου), αλλά και η πολιτική αντιπαράθεση και πόλωση (βλ. Γεωργαλίδου· Κίσσας· Χατζηδάκη).

Παρουσιάσεις

Αργύρης Αρχάκης1 & Βίλλυ Τσάκωνα2
1Πανεπιστήμιο Πατρών, 2Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
archakis@upatras.gr, villytsa@otenet.gr

Τα χιουμοριστικά κείμενα δεν έχουν τύχει συστηματικής προσοχής και ανάλυσης από την Κριτική Ανάλυση Λόγου (ΚΑΛ), αν και ορισμένα από αυτά συμβάλλουν με τρόπο καταλυτικό στη διάδοση και την εμπέδωση ρατσιστικών ή άλλων στερεότυπων. Πρόσφατες προσεγγίσεις στον χώρο της έρευνας του χιούμορ (Ervine, 2019· Pérez, 2022· Weaver, 2016), τονίζουν την ανάγκη για κριτικές προσεγγίσεις του χιουμοριστικού λόγου με βάση ερευνητικούς στόχους και ερωτήματα όπως τα ακόλουθα: Πώς και γιατί το χιούμορ αναπαράγει και διατηρεί κοινωνικές διακρίσεις και ανισότητες; Πώς το χιούμορ που δείχνει να επιχειρεί να ανατρέψει τα ρατσιστικά στερεότυπα μπορεί τελικά να τα ενισχύει και να τα φυσικοποιεί; Πώς και γιατί οι κειμενικές συμβάσεις των χιουμοριστικών ειδών δεν προτρέπουν τους/τις αποδέκτες/τριες να σκέφτονται κριτικά για το περιεχόμενό τους;

Η προσέγγισή μας έχει ως αφετηρία τη θεμελιώδη διάκριση της ΚΑΛ ανάμεσα αφενός στο μακρο-επίπεδο των κυρίαρχων λόγων, δηλαδή των αναπαραστάσεων της κοινωνικής πραγματικότητας από συγκεκριμένη οπτική (εν προκειμένω, του κυρίαρχου στα δυτικά έθνη-κράτη εθνορατσιστικού λόγου), και αφετέρου το μικρο-επίπεδο των ατομικών επιλογών και πρακτικών (εν προκειμένω, των χιουμοριστικών κειμένων). Στο πλαίσιο αυτό, αναλύουμε χιουμοριστικά μιμίδια που αναφέρονται σε μετανάστες/τριες και κυκλοφόρησαν τα τελευταία χρόνια στο διαδίκτυο. Για την κριτική ανάλυση του χιούμορ αξιοποιούμε τις γνωσιακές παραμέτρους του στόχου και της γνωσιακής αντίθεσης από τη Γενική Θεωρία για το Γλωσσικό Χιούμορ (Attardo, 2020).

Στα υπό εξέταση κείμενα, η στοχοποίηση των μεταναστών/τριών μέσω του χιούμορ είναι εμφανής: οι μετανάστες/τριες αναπαρίστανται είτε ως εισβολείς στο ελληνικό έδαφος, απειλώντας να ‘νοθεύσουν’ τον ελληνικό πολιτισμό, είτε ως κατώτεροι/ες σε σχέση με τους/τις έλληνες/ίδες. Έτσι, τα κείμενα αυτά (στο μικρο-επίπεδο) φαίνεται ότι συντονίζονται με τον κυρίαρχο εθνικό λόγο και τις αναπαραστάσεις των μεταναστών/τριών (στο μακρο-επίπεδο) ως επικίνδυνων και βάρβαρων εισβολέων που απειλούν τη μονογλωσσία, τη μονοπολιτισμικότητα και, εν γένει, την ‘καθαρότητα’ και ομοιογένεια των δυτικών εθνών-κρατών.

Βιβλιογραφία

Attardo, S. (2020). The linguistics of humor. Oxford: Oxford University Press.

Ervine, J. (2019). Humor in contemporary France: Controversy, consensus, and contradictions. Liverpool: Liverpool University Press.

Pérez, R. (2022). The souls of white jokes: How racist humor fuels white supremacy. Stanford: Stanford University Press.

Weaver, S. (2016). The rhetoric of racist humor: US, UK and global race joking. London: Routledge.

Σταύρος Ασημακόπουλος1 & Δημήτρης Σεραφής2
1Πανεπιστήμιο Μάλτας, 2Πανεπιστήμιο Groningen
stavros.assimakopoulos@um.edu.mt, d.serafis@rug.nl

Η παρούσα ανακοίνωση, εξετάζει ένα σώμα σχολίων αναγνωστών τα οποία αναρτήθηκαν ως απάντηση σε άρθρα σχετικά με τη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα που δημοσιεύτηκαν σε ελληνικές ειδησεογραφικές ιστοσελίδες από το Μάρτη μέχρι τον Αύγουστο του 2019. Αξιοποιώντας τεχνικές από την Σωματοκειμενική Γλωσσολογία, και πιο συγκεκριμένα με βάση τις αρχές της σύστασης σωμάτων κειμένων, αναζητήσαμε τα σχόλια που εμπίπτουν στη θεματική αυτή χρησιμοποιώντας αυτοματοποιημένες μεθόδους. Στη συνέχεια, τα κατηγοριοποιήσαμε ως προς το αξιολογικό τους πρόσημο σε σχέση με την εν λόγω κοινότητα και τα μέλη της με στόχο την πιο συστηματική διερεύνηση του εύρους των πιθανώς αρνητικών στάσεων σε αυτά, το οποίο και εντέλει αποδείχτηκε υπερτριπλάσιο σε σχέση με τα σχόλια που αποτυπώνουν μία θετική στάση. Σε αυτή τη βάση, προχωρήσαμε σε μια ποιοτική ανάλυση των αρνητικών σχολίων, ούτως ώστε να αναδείξουμε τις βασικές επικοινωνιακές τακτικές που χρησιμοποιούν οι σχολιαστές στην έκφραση της στάσης αυτής, ενώ, επιπροσθέτως, κάνοντας χρήση μεθόδων από την Συστημική Λειτουργική Γλωσσολογία, επικεντρωθήκαμε και στις νοηματικές αναπαραστάσεις που κυριαρχούν στα εν λόγω σχόλια.

Υπό αυτό το πρίσμα, επιχειρούμε να χαρτογραφήσουμε τους τρόπους με τους οποίους οι ομοφοβικές τάσεις ενισχύονται στο ελληνικό συμμετοχικό διαδίκτυο. Σε συνάρτηση με τις αρχές τις Κριτικής Ανάλυσης Λόγου και πιο συγκεκριμένα το στόχο άμβλυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως μέσω αυτής της διεργασίας προωθείται ξεκάθαρα ένας λόγος διάκρισης. Δεδομένου και του νομικού χαρακτηρισμού της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας ως προστατευόμενη ομάδα, ο λόγος αυτός ανάγεται ουσιαστικά σε λανθάνοντα λόγο μίσους (soft hate speech), δηλαδή σε ένα λόγο που ενώ δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις δημόσιας υποκίνησης μίσους, δημιουργεί αδιαμφισβήτητα μια αρνητική αναπαράσταση-εντύπωση για την εν λόγω μειονοτική ομάδα, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για περαιτέρω περιθωριοποίησή της.

Μαριάνθη Γεωργαλίδου
Πανεπιστήμιο Αιγαίου
georgalidou@aegean.gr

Στο πλαίσιο των πολιτικών συνθηκών της τελευταίας δεκαετίας στην Ελλάδα, ο στόχος αυτής της παρουσίασης είναι να συζητήσει την α/ευγένεια, την επιθετικότητα, καθώς και εξαιρετικά απειλητικές επιλογές αναφοράς ή/και απεύθυνσης στην/στον πολιτική/ό αντίπαλο σε θεσμικά δίκτυα πολιτικών πρακτικών, όπως το κοινοβούλιο κατά τη τετραετία 2019-2022. Η ανάλυση εντάσσεται στο πλαίσιο της έρευνας για την α/ευγένεια (Culpeper, 2011· Erjavec & Kovačič, 2012· Garcés-Conejos Blitvich, 2010· Lorenzo-Dus et al., 2011· Mitchell & Haugh, 2015) και ακολουθεί μια διεπιδραστική και παράλληλα κριτική προσέγγιση των προφορικών δεδομένων. Ως προς το πρώτο, αλληλουχίες με τη δομή επίθεση στο πρόσωπο / αντίδραση – αντεπίθεση εξετάζονται για τη συνομιλιακή τους οργάνωση και θεματική συνάφεια ακόμα και όταν ανήκουν σε εκτενείς μονολογικές κοινοβουλευτικές συνεισφορές και ως εκ τούτου δεν έχουν τη δομή συνομιλιακών επεισοδίων που ολοκληρώνονται άμεσα στο ίδιο χρονικό πλαίσιο. Ως προς το δεύτερο, οι αλληλουχίες εξετάζονται ως προς την οικοδόμηση της ατομικής και, κατ’ επέκταση, της συλλογικής ταυτότητας του πολιτικού αντιπάλου για τη συνάφειά τους με λόγους που διαχρονικά εντοπίζονται στις ελληνικές πολιτικές κοινότητες (Boukala, 2014). Συνεπώς, στο πλαίσιο διαχρονικών αντιπαραθέσεων μέσω επαναλαμβανόμενων θεματικών μοτίβων, εξετάζουμε τη χρήση της αγένειας και της επιθετικότητας για τη δημιουργία κοινών τόπων και διαχωριστικών γραμμών που ενισχύουν την πόλωση του σώματος των αποδεκτριών/των-εκλογέων. Η ανάλυση του μικροεπιπέδου των διεπιδράσεων ακολουθεί ημικά διεπιδραστικά μοντέλα όπως η Ανάλυση Συνομιλίας, σύμφωνα με τα οποία η πλευρά των αποδεκτριών/των περικειμενοποιεί την εκάστοτε συνομιλιακή κίνηση ως προτιμώμενη ή μη προτιμώμενη. Η διαπραγμάτευση αυτή επανακαθορίζει τα όρια της κανονικότητας στις πολιτικές διεπιδράσεις στην ελληνική πολιτική κοινότητα, και η συζήτησή της εντάσσεται στο πλαίσιο κριτικών λογοαναλυτικών προσεγγίσεων.

Βιβλιογραφία

Boukala, S. (2014). Waiting for democracy: Political crisis and the discursive (re)invention of the ‘national enemy’ in times of ‘Grecovery’. Discourse & Society, 25(4), 482–499.

Culpeper, J. (2011). Impoliteness: Using language to cause offence. Cambridge and New York: Cambridge University Press.

Erjavec, K., & Kovačič, P. M. (2012). ‘‘You don’t understand, this is a new war!’’ Analysis of hate speech in news web sites’ comments. Mass Communication and Society, 15, 899–920.

Garcés-Conejos Blitvich, P. (2010). The YouTubification of politics, impoliteness and polarization. In R. Taiwo (Ed.), Handbook of research on discourse behavior and digital communication: Language structures and social interaction (pp. 540–563). Hershey, PA: IGI Global.

Lorenzo-Dus, N., Garcés-Conejos Blitvich, P., & Bou-Franch, P. (2011). On-line polylogues and impoliteness: The case of postings sent in response to the Obama Reggaeton YouTube video. Journal of Pragmatics, 43, 2578–2593.

Mitchell, N., & Haugh, M. (2015). Agency, accountability and evaluations of impoliteness. Journal of Politeness Research, 11(2), 207–238.

Μαρίζα Γεωργάλου
Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας
mgeorgalou@uowm.gr

Από το 2010 και μετά, ως απόρροια της οικονομικής κρίσης, χιλιάδες Έλληνες/ίδες, νεαρής κυρίως ηλικίας, με πανεπιστημιακούς τίτλους και υψηλή ειδίκευση επιλέγουν ή/και αναγκάζονται να μεταναστεύσουν προκειμένου να ξεφύγουν από την ανεργία και να εργαστούν με αξιοπρεπείς μισθούς και σε εργασιακό περιβάλλον αντάξιο των φιλοδοξιών τους. Λόγω του υψηλού μορφωτικού επιπέδου του μετακινούμενου πληθυσμού, η επιστημονική μετανάστευση, ως μια μορφή νεομετανάστευσης, είναι ευρύτερα γνωστή με τον νεολογισμό ‘brain drain’ (διαρροή εγκεφάλων/ διαρροή επιστημονικού δυναμικού). Στην παρούσα μελέτη, εστιάζω στους τρόπους με τους οποίους μια ελληνίδα επιστημονική μετανάστρια και ένας έλληνας επιστημονικός μετανάστης στο Ηνωμένο Βασίλειο τοποθετούνται απέναντι στους ιδεολογικούς λόγους που τις/τους περιβάλλουν και (επανα)προσδιορίζουν τις ταυτότητές τους κατά τη συμμετοχή τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (ΜΚΔ). Ειδικότερα, με αφετηρία την έννοια της διακειμενικότητας (intertextuality), όπως αυτή προσεγγίζεται και συζητείται στο πλαίσιο της κριτικής ανάλυσης λόγου (ΚΑΛ), διερευνώ: (1) τους μηχανισμούς με τους οποίους προγενέστερα κείμενα ενσωματώνονται στον λόγο των επιλεγμένων επιστημονικών μεταναστών/στριών στα ΜΚΔ, και (2) τις λειτουργίες που επιτελεί αυτή η ενσωμάτωση. Μεθοδολογικά, υιοθείται η προσέγγιση της λογοκεντρικής δικτυωμένης εθνογραφίας (discourse-centred online ethnography· Androutsopoulos, 2008). Στα δεδομένα μου περιλαμβάνονται αναρτήσεις που έχουν διαμοιραστεί οι δύο πληροφορητές σε blog και στο Facebook, όπως επίσης και αποσπάσματα από συνεντεύξεις που πραγματοποίησα μαζί τους. Η ανάλυση των δεδομένων βασίζεται στις τυπολογίες του Fairclough (1992) και του Farrelly (2020) για τη διακειμενικότητα, καθώς και στην έννοια της εν-κειμενοποίησης (entextualization· Blommaert, 2005). Σύμφωνα με τα ευρήματα, οι πληροφορητές επιστρατεύουν μια ευρεία γκάμα μηχανισμών διακειμενικότητας (π.χ. χρήση τυπογραφικών στοιχείων, παράφραση, επανάληψη, δραματοποίηση σε ευθύ λόγο, προϋπόθεση, ειρωνεία, πολιτισμικές αναφορές). Παράλληλα, αξιοποιούν συγκεκριμένες δυνατότητες που προσφέρουν τα ΜΚΔ και επιτρέπουν τη διακειμενική σύνδεση (π.χ. ενσωμάτωση, διαμοιρασμός, hashtags). Όπως προκύπτει από την ανάλυση, η διακειμενικότητα, όπως εντοπίζεται τόσο στις αναρτήσεις όσο και στα αποσπάσματα από τις συνεντεύξεις, είναι μια κοινωνική διαδικασία μέσω της οποίας οι πληροφορητές συνομιλούν δημιουργικά με άλλα κείμενα προκειμένου να τοποθετηθούν ιδεολογικά προς τους ευρύτερους λόγους που αυτά αναπαράγουν για την επιστημονική μετανάστευση· να οικοδομήσουν θετικές ταυτότητες για τους/τις ίδιους/ίδιες· και να συνδεθούν με το ακροατήριό τους. Καταλήγοντας, για τους/τις υπό μελέτη επιστημονικούς/ές μετανάστες/στριες, η διακειμενικότητα συνιστά μια μορφή πράξης ελέγχου μέσω της οποίας μπορούν να διεκδικήσουν έναν βαθμό κοινωνικής εξουσίας.

Βιβλιογραφία

Androutsopoulos, J. (2008). Potentials and limitations of discourse-centred online ethnography. Language@Internet 5.

Blommaert, J. (2005). Discourse: A critical introduction. Cambridge: Cambridge University Press.

Fairclough, N. (1992). Discourse and social change. Cambridge: Polity Press.

Farrelly, M. (2020). Rethinking intertextuality in CDA. Critical Discourse Studies, 17(4), 359–376.

Άγγελος Κίσσας
The London School of Economics and Political Science
a.kissas@lse.ac.uk

Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, η πολιτική επικοινωνία είναι «μεσοποιημένη» (mediatized), καθώς τα Μέσα (media), από τους παραδοσιακούς θεσμούς ενημέρωσης και μαζικής επικοινωνίας έως τις εξατομικευμένες πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, έχουν διεισδύσει βαθιά και πλήρως στις πρακτικές παραγωγής πολιτικού νοήματος και συγκρότησης της πολιτικής πραγματικότητας – πρακτικές του Λόγου. Μία από αυτές τις πρακτικές είναι και η προσωποποίηση, όπου το πολιτικό νόημα παράγεται μέσα από τις αισθητικές διαφορές προσώπων και προσωπικοτήτων και η πολιτική πραγματικότητα κατασκευάζεται σαν μία αρένα χαρισματικών ηγετών. Τι ακριβώς, όμως, είναι το πολιτικό χάρισμα και τι σημαίνει η ανάδειξή του σε συστατικό στοιχείο του πολιτικού νοήματος; Είναι η χαρισματική πολιτική απλώς πολιτική της εικόνας, ρηχή, δίχως ουσιαστικό υπόβαθρο θέσεων και ιδεών; Ή μήπως είναι πολύ περισσότερο πολιτική και ιδεολογική από όσο φανταζόμαστε; Δηλαδή ένας συμβολικός τρόπος αναπαραγωγής της κυρίαρχης τάξης πραγμάτων σε μια κοινωνία; Αυτά τα ερωτήματα βρίσκονται στο επίκεντρο της εν λόγω παρουσίασης, στην οποία επιχειρείται μία αναθεώρηση της χαρισματικής πολιτικής, από εντελώς από-ιδεολογικοποιημένη ή εγγενώς ιδεολογική σε δυνητικά ιδεολογική, όπου η δυνητικότητα έγκειται στην επιτελεστική (performative) δυνατότητα του μεσοποιημένου λόγου να επανασυστήνει τους πολιτικούς ηγέτες ως αυθεντικές περσόνες (χάρισμα) και συγχρόνως ως φορείς νοημάτων από το παρελθόν που εξυπηρετούν την άσκηση της εξουσίας στο παρόν (ιδεολογία). Στη βάση αυτής της προσέγγισης η όποια ιδεολογική διάσταση του χαρίσματος δεν είναι θεωρητικά προκαθορισμένη, αλλά προκύπτει κάθε φορά αναλυτικά και συγκεκριμένα μέσα από την Κριτική –πολυτροπική (multimodal) και πολυλειτουργική (multifunctional)– Ανάλυση Λόγου (ΚΑΛ) της μεσοποιημένης πολιτικής. Μία τέτοια ανάλυση θα εφαρμοστεί στις διαφημίσεις προσωπικής απεύθυνσης του ηγέτη από την προεκλογικές εκστρατείες της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ για τις εθνικές εκλογές του 2023. Ανάμεσα στα επιμέρους συμπεράσματα που αφορούν την ιδεολογικο-πολιτική διάσταση της χαρισματικής περσόνας του Πρωθυπουργού και αυτή του Αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, κεντρική θέση έχει η ανάδειξη των ερευνητικών οφελών που προσφέρει η ΚΑΛ στην εν γένει ανάλυση της επικοινωνιακής λειτουργίας του πολιτικού χαρίσματος και της κομματικής λειτουργίας της πολιτικής ιδεολογίας.

Μπέσσυ Μητσικοπούλου & Χριστίνα Λύκου
Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθήνας
mbessie@enl.uoa.gr, christinalykou@gmail.com

Το άρθρο αυτό αξιοποιώντας το παράδειγμα της Κριτικής Ανάλυσης Λόγου (ΚΑΛ) στόχο έχει τη διαχρονική μελέτη της κρίσης στον ελληνικό τύπο με σκοπό να αναδείξει τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους αυτή συγκροτείται. Συνδυάζοντας την ΚΑΛ, η οποία στηρίζεται σε ποιοτική ανάλυση λόγου, με μεθόδους της ποσοτικής γλωσσολογίας ηλεκτρονικών σωμάτων κειμένων, στο άρθρο αυτό μελετώνται οι διαφορετικοί λόγοι που αναπτύσσονται για την κρίση και οι διαφορετικές αναπαραστάσεις που συγκροτούνται διαχρονικά: από την πρώτη περίοδο του σοκ, την περίοδο εξόδου της Ελλάδας από την επιτήρηση έως και την πιο πρόσφατη περίοδο. Η ποιοτική ανάλυση συνεπικουρείται από τη Συστημική Λειτουργική Γλωσσολογία (ΣΛΓ) για την λεξικογραμματική ανάλυση των αναπαραστάσεων σε επίπεδο μεταβιβαστικότητας. Η μεθοδολογική αυτή πρόταση για τη σύνδεση της ΚΑΛ με μεθόδους της γλωσσολογίας ηλεκτρονικών σωμάτων κειμένων επιτρέπει την ταυτόχρονη μακροσκοπική και μικροσκοπική κειμενική ανάλυση.

Ορίζοντας την κρίση ως μια κοινωνική κατασκευή που πραγματώνεται στον λόγο, το άρθρο επιχειρεί να την αναλύσει με βάση το κοινωνικοπολιτισμικό και ιστορικό πλαίσιο στο οποίο αναπτύχθηκε. Συγκεκριμένα, υποστηρίζεται ότι οι διαφορετικοί τρόποι με τους οποίους αναπαραστάται η κρίση στον δημοσιογραφικό λόγο συνδέονται άρρηκτα με αλλαγές στο ευρύτερο κοινωνικοπολιτικό και οικονομικό πλαίσιο σηματοδοτώντας με τον τρόπο αυτό την αλληλεπιδραστική σχέση του δημοσιογραφικού λόγου με την κοινωνική πραγματικότητα. Μέσα από τη συνδυαστική μεθοδολογική προσέγγιση που υιοθετείται πραγματοποιείται συστηματική ανάλυση λόγου και αναδεικνύεται ο σημαντικός ρόλος που παίζουν τα μέσα ενημέρωσης στην κατασκευή και αναπαραγωγή συγκεκριμένων αναπαραστάσεων αναφορικά με την κρίση στον δημόσιο λόγο.

Σαλώμη Μπουκάλα & Αναστασία Στάμου
Πάντειο Πανεπιστήμιο & Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
salomi.boukala@gmail.com, anstamou@del.auth.gr

H έννοια του λόγου έχει πλέον ξεπεράσει τα όρια του επιστημονικού κλάδου της γλωσσολογίας και χρησιμοποιείται ευρέως, τόσο από την πολιτική επιστήμη και την επικοινωνία, όσο και από τις κοινωνικές επιστήμες. Ως μέρος του ευρύτερου πεδίου της ανάλυσης λόγου, η Κριτική Ανάλυση Λόγου (εφεξής ΚΑΛ) έδωσε το δικό της στίγμα, αντιμετωπίζοντας τη γλώσσα (και την ευρύτερη σημείωση) ως μορφή κοινωνικής πρακτικής που αναπαριστά και τελικά συγκροτεί την κοινωνική πραγματικότητα, αλλά και εστιάζοντας στις έννοιες της ιδεολογίας, της εξουσίας και της κριτικής, αποδεικνύοντας έτσι τον διεπιστημονικό της χαρακτήρα που συνδυάζει τη γλωσσολογία με την πολιτική και κοινωνική θεωρία. Αν και αυτές οι έννοιες διαμορφώνουν το θεωρητικό υπόβαθρό της, στόχος της δεν ήταν εξαρχής η διατύπωση μιας συγκεκριμένης θεωρίας ή μεθοδολογίας. Αντιθέτως, οι διαφορετικές προσεγγίσεις/σχολές και η ποικιλία των θεματικών της ΚΑΛ αποδεικνύουν τη δυνατότητά της να περικλείει επιστημονικές μελέτες που χαρακτηρίζονται από διαφορετικό θεωρητικό υπόβαθρο, αφορούν τη μελέτη διαφορετικών δεδομένων και συχνά συνδυάζουν διαφορετικές μεθοδολογικές προσεγγίσεις που επεκτείνονται από τον χώρο της επιχειρηματολογίας μέχρι τις ποσοτικές αναλύσεις και τις επιστήμες των υπολογιστών. Η διεπιστημονικότητα, επομένως, και η ετερογένεια των μεθοδολογικών εργαλείων και των θεωρητικών προσεγγίσεων διαφοροποιούν την ΚΑΛ από ολιστικές μεθόδους μελέτης του λόγου.

Με βάση τα παραπάνω, σκοπός της παρουσίασής μας είναι να αποτυπώσει τους τρόπους με τους οποίους έχει αναπλαισιωθεί η ΚΑΛ από μέλη της ελληνικής ακαδημαϊκής κοινότητας για τη μελέτη της διά του λόγου εκφοράς της ελληνικής κοινωνικοπολιτικής πραγματικότητας (βλ. και Μπουκάλα & Στάμου, 2020). Με εστίαση, λοιπόν, στο ελληνικό συγκείμενο, θα φωτιστεί καλύτερα τι μπορεί να προσφέρει η οπτική της ΚΑΛ στην (απο)δόμηση της κοινωνικής πραγματικότητας, αλλά και τι, τελικά, ενώνει τόσο διαφορετικές θεματικές και ερευνητικές περιοχές υπό το πρίσμα της ΚΑΛ. Μέσα από την ανασκόπηση ελληνικών μελετών της ΚΑΛ, διαπιστώνεται πως η ελληνική ερευνητική παραγωγή έχει εστιάσει σε πεδία έρευνας στα οποία έχει κατεξοχήν δραστηριοποιηθεί και διεθνώς η ΚΑΛ, όπως είναι ο πολιτικός λόγος και ο λόγος των ΜΜΕ, ενώ πολλές πρόσφατες έρευνες έχουν στραφεί και στα ψηφιακά μέσα, που αποτελούν μέρος της σύγχρονης δημόσιας σφαίρας. Επίσης, παρατηρείται πως οι μελέτες διαφοροποιούνται λιγότερο ή περισσότερο ως προς το θεωρητικό τους υπόβαθρο και τα επιμέρους αναλυτικά εργαλεία που προτείνουν, καθώς εκτείνονται από την πολιτική επικοινωνία μέχρι την ανάλυση μεταφοράς, τις θεωρίες α/ευγένειας, την έρευνα για το χιούμορ, τη διαδικτυακή εθνογραφία, καθώς και τον συνδυασμό ποιοτικών και ποσοτικών μεθόδων / σωματοκειμενικής γλωσσολογίας. Τέλος, ως προς τη θεματολογία, οι Έλληνες ερευνητές και οι Ελληνίδες ερευνήτριες της ΚΑΛ επικεντρώνονται σε καίρια θέματα της ελληνικής κοινωνίας με παγκόσμιο αντίκτυπο, όπως η μετανάστευση και ο ρατσισμός, η ομοφοβία, η οικονομική κρίση και το brain drain, αλλά θίγουν συχνά και θέματα πιο τοπικής εμβέλειας, όπως η έντονη αντιπαράθεση και πόλωση που χαρακτηρίζει τον ελληνικό πολιτικό λόγο.

Βιβλιογραφία

Μπουκάλα, Σ., & Στάμου, Α. Γ. (επιμ.) (2020). Κριτική ανάλυση λόγου. (Απο)δομώντας την ελληνική πραγματικότητα. Αθήνα: Νήσος.

Ελένη Μπουτουλούση
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
butulusi@del.auth.gr

Η έρευνα της μεταφοράς στον μεταναστευτικό λόγο πολλών χωρών αναφέρεται κυρίως στις λεγόμενες «αρνητικές μεταφορές» (οι μετανάστες είναι αγρίμια, κύματα, εισβάλουν, δημιουργούν τριγμούς κ.ά.) οι οποίες θεωρείται ότι υπερισχύουν στα ΜΜΕ. Υποστηρίζεται επίσης ότι οι μεταφορές αυτές χρησιμοποιούνται στον αντιμεταναστευτικό λόγο για να πλαισιώσουν επιχειρηματολογίες που προωθούν μέσα από μια εκφοβιστική αναπαράσταση των μεταναστών πρακτικές αποκλεισμού τους (Τaylor, 2021). Ένα από τα ερευνητικά ερωτήματα που εξετάζεται στην ανακοίνωση αυτή είναι, αν πράγματι ισχύει η διαπίστωση αυτή σε όλες τις περιπτώσεις χρήσης των μεταφορών αυτών. Σε προηγούμενες δημοσιεύσεις μου, οι οποίες είχαν διαφορετικό στόχο, έχουν αναφερθεί παραδείγματα στα οποία φαίνεται ότι υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες οι λεγόμενες «αρνητικές» μεταφορές χρησιμοποιούνται ουδέτερα ή και θετικά ή επαναλαμβάνονται για να απορριφθούν στο πλαίσιο ενός λόγου της συμπερίληψης. Στην παρούσα ανακοίνωση διερευνώνται και συστηματοποιούνται στο σύνολό τους, όσο επιτρέπει ένα κόρπους 20 τηλεοπτικών συζητήσεων, οι τρόποι αντίδρασης στις λεγόμενες «αρνητικές» μεταφορές σε επιχειρηματολογίες συμπερίληψης, αλλά και οι «θετικές» μεταφορές και τα θετικά σενάρια που αντιπροτείνονται. Εξετάζεται επίσης πώς αντιπαρατίθεται στις «θετικές» αυτές μεταφορές και τα σενάριά τους ο αντίπαλος λόγος του αποκλεισμού.

Η σύνθετη αυτή ανάλυση γίνεται εφικτή στο πλαίσιο της Κριτικής Ανάλυσης της Μεταφοράς (ΚΑΜ) η οποία προτείνει ένα συνθετικό μοντέλο ανάλυσης της μεταφοράς που συνδέει αρχές και μεθόδους της Θεωρίας της Εννοιακής Μεταφοράς και της Κριτικής Ανάλυσης Λόγου. Η ΚΑΜ ανέπτυξε ερευνητικές μεθόδους που επιτρέπουν την περιγραφή, ερμηνεία και εξήγηση της μεταφοράς στα κειμενικά, κοινωνικοπολιτικά και νοητικά της συμφραζόμενα. Κατά την ανάλυση εστιάζει στη μελέτη των εννοιακών πλαισίων (frames), των σεναρίων (scenarios) και των πλαισιώσεων (framings) που ανακαλούνται και δημιουργούνται γύρω από μια μεταφορά αποκαλύπτοντας τις ποικίλες λειτουργίες της (π.χ. νοητικές, συναισθηματικές, πραγματολογικές, ρητορικές), όπως και τον κεντρικό της ρόλο στην κατασκευή της ιδεολογίας (Charteris-Black, 2014· Hart, 2021· Musolff, 2016).

Βιβλιογραφία

Charteris-Black, J. (2014). Analysing political speeches. Rhetoric, discourse and metaphor. Basingstoke/New York: Palgrave-MacΜillan.

Hart, C. (2021). Animals vs. armies: Resistance to extreme metaphors in anti-immigration discourse. Journal of Language and Politics, 20(2), 226–253.

Musolff, A. (2016). Political metaphor analysis: Discourse and scenarios. London: Bloomsbury.

Taylor, Ch. (2021). Metaphors of migration over time. Discourse & Society, 32(4), 463–481.